Στο άρθρο αυτό μελετώνται τα χαρακτηριστικά των αερίων μαζών που επικρατούν
στην κοιλάδα των Καρπαθίων και εξετάζεται η σχέση τους με τα επίπεδα της γύρης των φυτών
κατά την περίοδο της ανθοφορίας. Χρησιμοποιούνται ημερήσια δεδομένα πίεσης από το ECMWF
με το σκοπό να συσχετισθούν τα επίπεδα της γύρης στο Szeged της Ουγγαρίας με την
επικρατούσα συνοπτική κατάσταση. Χρησιμοποιούνται επίσης ημερήσιες τιμές από 12
μετεωρολογικές παραμέτρους και συγκεντρώσεις γύρης 24 φυτών για την 5-ετία 1997-2001.
Με τη χρήση των στατιστικών μεθόδων Factor Analysis και Cluster Analysis
ορίζονται αντικειμενικά οι αέριες μάζες που επικρατούν στην περιοχή.
Διαπιστώθηκε ότι επικρατούν 9 αέριες μάζες. Διαπιστώθηκε επίσης ότι τα ποσά της γύρης στην ατμόσφαιρα
είναι υψηλότερα όταν επικρατούν συνθήκες μέσης ηλιοφάνειας και μέτριου ή ισχυρού ανέμου.
Η κατάσταση αυτή εμφανίζεται όταν ένας αντικυκλώνας επικρατεί δυτικώς της κοιλάδος
των Καρπαθίων και όταν η Ουγγαρία είναι κάτω από την επίδραση ισχυρής ζωνικής κυκλοφορίας.
Στην περίπτωση των μικρών συγκεντρώσεων γύρης διαπιστώθηκε ότι οι άνεμοι είναι μέτριοι ή ασθενείς
υπό τις ίδιες συνοπτικές καταστάσεις ή υπό αντικυκλώνα πάνω από την Ουγγαρία.
Extreme temperature events in NW Greece.
Μελετώνται καταστάσεις ακραίων θερμοκρασιών στην ΒΔ Ελλάδα για το χειμώνα και το καλοκαίρι. Χρησιμοποιούνται ελάχιστες και μέγιστες θερμοκρασίες αέρα από το μετεωρολογικό σταθμό του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για την 33ετή περίοδο 1970-2002. Χρησιμοποιούνται ημέρες με μέγιστη θερμοκρασία άνω των 35.8C για το καλοκαίρι (ΙΙΑ) και κάτω των -7.6 για το χειμώνα (ΔΙΦ). Αυτά είναι τα άνω και κάτω 95% όρια της κατανομής των θερμοκρασιών. Η μέγιστη συχνότητα χαμηλών θερμοκρασιών παρατηρείται την περίοδο 1989-93, μια περίοδο με πολύ ψηλές τιμές του δείκτη ΝΑΟ. Το καλοκαίρι η μεγίστη συχνότητα υψηλών θερμοκρασιών παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε συμφωνία με την παρατηρούμενη θέρμανση στην Ανατολική Μεσόγειο. Για τις μέρες αυτές των ακραίων θερμοκρασιών (περίπου 150 για κάθε εποχή), κατ' αρχάς, κατασκευάζονται οι συνοπτικοί χάρτες πάνω από την Ευρώπη. Στη συνέχεια με τη χρήση της Factor Analysis οι χάρτες αυτοί ομαδοποιούνται αντικειμενικά. Το χειμώνα 4 factors ερμηνεύουν το 79% της διακύμανσης. Σε όλους εμφανίζεται ένας αντικυκλώνας με κέντρο δυτικά, βορειοδυτικά ή νοτιοδυτικά της Ελλάδος, ο οποίος εκτείνεται ως την Ελλάδα με αποτέλεσμα, νύχτες με ξαστεριά να προκαλούν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες το πρωί. Σε μία περίπτωση, η θέση του αντικυκλώνα, ευνοεί την μεταφορά ψυχρών αερίων μαζών από την ηπειρωτική Α Ευρώπη προς τη ΒΔ Ελλάδα. Το καλοκαίρι, 5 factors ερμηνεύουν το 81% της διακύμανσης. Και το καλοκαίρι, οι υψηλές θερμοκρασίες συνδέονται με τη θέση ενός αντικυκλώνα. Ο αντικυκλώνας ή βρίσκεται πάνω από τη ΒΔ Αφρική μεταφέροντας θερμές αέριες μάζες από τη Σαχάρα ή βρίσκεται πάνω από την Ελλάδα προκαλώντας ηλιοφάνεια και άπνοια, συνθήκες που ευνοούν την ανάπτυξη υψηλών θερμοκρασιών.
A contribution to the predetermination of daylight reference conditions.
Η σωστή χρήση του φυσικού φωτισμού μπορεί να βοηθήσει την οικονομία στην κατανάλωση ενέργειας. Μεταβολές του φυσικού φωτισμού στο χρόνο και το χώρο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασμό κτιρίων αλλά και σε άλλες χρήσεις. Πρέπει λοιπόν να είναι διαθέσιμο ένα εγχειρίδιο φυσικού φωτισμού για κάθε περιοχή το οποίο να παρέχει πληροφορίες για τα επίπεδα του φωτισμού κατά τη διάρκεια του έτους. Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται μια μέθοδος για τον ορισμό ενός Τυπικού Έτους Φωτισμού η οποία βασίζεται σε μετρήσεις φυσικού φωτισμού καθώς και σε ημερήσιες τιμές ηλιοφάνειας.
A study on evaporation in Ioannina, NW Greece.
Μελετάται η εξάτμιση στα Ιωάννινα για την 16ετή περίοδο 1988-2003. Τα δεδομένα προέρχονται από στιγμομέτρηση των αυτογραφικών ταινιών του εξατμισημέτρου Wild του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Κατ' αρχάς εξετάζονται τα κύρια χαρακτηριστικά της εξάτμισης σε ημερήσια, μηνιαία και ετήσια βάση. Η ενδοημερήσια πορεία της εξάτμισης είναι απλή με ένα μέγιστο στις 14:00-16:00 και ένα ελάχιστο στις 4:00-6:00. Απλή είναι και η ενδοετήσια πορεία (μέγιστο τον Ιούλιο, ελάχιστο τον Δεκέμβριο). Η κατανομή των συχνοτήτων αποκαλύπτει ότι το χειμώνα το 90% των ημερήσιων τιμών είναι κάτω του 1.80mm. Το καλοκαίρι η κατανομή πλησιάζει περισσότερο την κατανομή Gauss. Το test Mann Kendall δείχνει ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική τάση μείωσης της εξάτμισης κατά το χειμώνα και το φθινόπωρο. Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγει και η εξέταση του αριθμού ημερών με εξάτμιση άνω ή κάτω από συγκεκριμένα κατώφλια. Τέλος, η αναζήτηση των κύριων συνοπτικών χαρτών που σχετίζονται με ακραίες καταστάσεις εξάτμισης στα Ιωάννινα (Factor Analysis) δείχνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζεται ισχυρή βαροβαθμίδα στην περιοχή της ΒΔ Ελλάδος. Δηλαδή, ο πρωτεύων παράγων που επηρεάζει την εξάτμιση είναι ο άνεμος.
An objective classification system of air mass types for Szeged, Hungary with special interest to air pollution levels.
Καθορίζονται οι χαρακτηριστικές μάζες αέρα οι οποίες επικρατούν στην περιοχή των Καρπαθίων κατά το χειμώνα και το καλοκαίρι και τα επίπεδα των κύριων ατμοσφαιρικών ρύπων που συνδέονται με αυτές σε ημερήσια βάση. Για κάθε μάζα αέρα, κατασκευάζονται οι χάρτες καιρού της 00UTC ώστε να αναζητηθεί σχέση ατμοσφαιρικών ρύπων και συνοπτικών καταστάσεων. Η βάση δεδομένων αποτελείται από ημερήσιες τιμές 12 μετεωρολογικών παραμέτρων και 8 παραμέτρων ατμοσφαιρικής ρύπανσης για την περίοδο 1997-2001. Ο αντικειμενικός ορισμός των αερίων μαζών έγινε με τη χρήση των μεθόδων Factor Analysis και Cluster Analysis. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, κατά το χειμώνα, επικρατούν πέντε κύριες αέριες μάζες. Οι συγκεντρώσεις των ρύπων είναι μέγιστες στις περιπτώσεις υψηλών τιμών ηλιακής ακτινοβολίας και ασθενών ανέμων. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν επικρατεί αντικυκλώνας στην περιοχή των Καρπαθίων ή νοτίως της Ουγγαρίας. Αντιθέτως, οι συγκεντρώσεις είναι χαμηλές όταν στην περιοχή επικρατεί ζωνική κυκλοφορία. Κατά το θέρος, στην περιοχή επικρατούν είτε αντικυκλώνες είτε σφήνες αντικυκλώνων με αποτέλεσμα να σημειώνονται μεγάλα ποσά ηλιακής ακτινοβολίας και χαμηλές τιμές ΝΟ. Στην περίπτωση αυτή, παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση δευτερογενών ατμοσφαιρικών ρύπων.
Comparison between winter and summer sky-luminance distribution in Central Europe and in the
Eastern Mediterranean.
Μελετώνται τα επίπεδα φωτισμού σε μια πόλη στην κεντρική Ευρώπη (Μπρατισλάβα) και σε μία στην Ανατολική Μεσόγειο
(Αθήνα) και ορίζονται οι επικρατούσες κατανομές ουρανίου λαμπρότητος κατά το χειμώνα και το καλοκαίρι. Χρησιμοποιούνται
πεντάλεπτα δεδομένα ολικής και διάχυτης ακτινοβολίας και φωτισμού σε οριζόντιο επίπεδο καθώς και ζενιθείας λαμπρότητος
για μια περίοδο 5 ετών. Η μελέτη βασίζεται στους 15 θεωρητικούς τύπους ουρανού οι οποίοι ορίζονται με βάση το λόγο της
ζενιθείας λαμπρότητος προς το διάχυτο φωτισμό και έχουν πρόσφατα γίνει αποδεκτοί από την Διεθνή Επιτροπή Φωτισμού
(CIE). Οι τιμές του λόγου αυτού για διάφορα ύψη ηλίου σχηματίζουν 15 καμπύλες οι οποίες, όμως, για ύψη ηλίου άνω των
35° συγκλίνουν και τελικά τέμνονται. Για το λόγο αυτό μια παρατήρηση ταξινομείται σε έναν από τους 15 τύπους ουρανού
μόνο όταν η τιμή του λόγου κείται εντός μιας ζώνης εύρους ±2.5% γύρω από τη θεωρητική τιμή της αντίστοιχης καμπύλης.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μια παρατήρηση ταξινομείται σε περισσότερους από έναν τύπους ουρανού, υπολογίζεται ο
λόγος της ολικής ακτινοβολίας προς την εξωατμοσφαιρική ακτινοβολία σε οριζόντιο επίπεδο και συγκρίνεται με τον
αντίστοιχο λόγο όλων των εμπλεκομένων τύπων ουρανού για το ίδιο ύψος ηλίου (με τη χρήση όλων των τιμών, ακόμη και
αυτών που ταξινομούνται σε περισσότερους του ενός τύπους ουρανού). Η πλησιέστερη τιμή προς την τιμή της συγκεκριμένης
παρατήρησης υποδεικνύει τον τύπο ουρανού στον οποίο η παρατήρηση αντιστοιχεί. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι τύποι
ουρανού με την πιο συχνή εμφάνιση στην περιοχή της Μπρατισλάβας είναι ο νεφοσκεπής με απότομη διαβάθμιση λαμπρότητος
και ελαφρά πιο φωτεινός στην περιοχή του ηλίου (χειμώνας) και ο λευκο-κυανός με διάκριτο στέμμα γύρω από τον ήλιο
(καλοκαίρι), ενώ στην Αθήνα και τις δύο εποχές επικρατεί ο ανέφελος ρυπασμένος ουρανός. Τέλος, διαπιστώνεται ότι
κατά τη διάρκεια μιας θερινής ημέρας, παρατηρείται μια σταδιακή μεταβολή κατανομής της ουράνιας λαμπρότητας και στις
δύο πόλεις.
Σχέσεις ατμοσφαιρικής πίεσης - θερμοκρασίας αέρα στο βόρειο ημισφαίριο κατά τους θερινούς μήνες.
Διερεύνηση δυνατότητας πρόγνωσης.
Αναζητούνται σχέσεις μεταξύ ατμοσφαιρικής πίεσης και θερμοκρασίας αέρα, κατά τη διάρκεια του θέρους, στο βόρειο
ημισφαίριο και γίνεται προσπάθεια πρόγνωσης της μιας παραμέτρου από την άλλη, σε μηνιαία βάση. Χρησιμοποιούνται
μέσες μηνιαίες τιμές πίεσης στην επιφάνεια της θάλασσας και θερμοκρασίας στη στάθμη των 1000hPa σε 563 σημεία
πλέγματος στο βόρειο ημισφαίριο για τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, της περιόδου 1949-2002. Με τη χρήση
της μεθόδου Factor Analysis, για κάθε μήνα και για κάθε παράμετρο, κατ’ αρχήν, μειώνεται η διαστατικότητα των πινάκων
των δεδομένων. Στη συνέχεια, εφαρμόζεται η μέθοδος Canonical Correlation Analysis στις χρονοσειρές των factor scores
για 5 ζεύγη πίεσης-θερμοκρασίας: P(J)-T(J), P(J)-T(A), P(J)-T(S), T(J)-P(A), T(J)-P(S) με σκοπό την αποκάλυψη πιθανής
σχέσης των δύο παραμέτρων με χρονική υστέρηση ενός ή/και δύο μηνών. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα στατιστικώς
σημαντικά (99%) ζεύγη κανονικών μεταβλητών Wi-Vi κυμαίνονται από 2 έως 14 με κανονικούς συντελεστές συσχέτισης άνω
του 0.90. Για κάθε ανάλυση, γίνεται συσχέτιση κάθε χρονοσειράς Wi με τις χρονοσειρές των αρχικών δεδομένων της
«προβλέπουσας» παραμέτρου και κάθε χρονοσειράς Vi με τις αντίστοιχες της «προβλεπόμενης». Έτσι, εντοπίζονται οι
περιοχές για τις οποίες υπάρχει δυνατότητα πρόβλεψης, για ένα ή/και δύο μήνες, της μιας παραμέτρου από την άλλη.
Οι περιοχές οι οποίες παρουσιάζουν τους υψηλότερους συντελεστές είναι αυτές του βόρειου Ινδικού ωκεανού για τη
θερμοκρασία του αέρα και της Μογγολίας για την ατμοσφαιρική πίεση. Βρέθηκε ότι το καθεστώς της πίεσης στη Μογγολία
τον Ιούλιο συσχετίζεται υψηλά με το καθεστώς της θερμοκρασίας στο βόρειο Ινδικό τόσο τον Αύγουστο όσο και το
Σεπτέμβριο. Επίσης, η θερμοκρασία του αέρα στον Ινδικό τον Ιούλιο συσχετίζεται πολύ ισχυρά με την πίεση στη
Μογγολία τον Αύγουστο.
Relation between sensible and latent heat fluxes in the Mediterranean and precipitation in the Greek area during winter.
Οι ροές αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας από την επιφάνεια της θάλασσας προς την ατμόσφαιρα είναι δύο παράμετροι,
οι οποίες συνεισφέρουν σημαντικά στην ενεργειακή τροφοδοσία των αερίων μαζών στην περιοχή της Μεσογείου κατά την
ψυχρή περίοδο του έτους. Στην εργασία αυτή, εξετάζεται η σχέση των παραμέτρων αυτών με τον υετό στον ελληνικό χώρο
κατά το χειμώνα (Δεκέμβριος - Ιανουάριος - Φεβρουάριος) και για την περίοδο 1959-1997. Η ύπαρξη στατιστικά σημαντικής
σχέσης μεταξύ των παραπάνω παραμέτρων διερευνάται με την εφαρμογή των μεθόδων της Παραγοντικής Ανάλυσης (Factor
Analysis, FA) και της Ανάλυσης Κανονικής Συσχέτισης (Canonical Correlation Analysis, CCA). Η Παραγοντική Ανάλυση
εφαρμόσθηκε χωριστά στις χρονοσειρές κάθε μιας από τις παραμέτρους, με σκοπό την ελάττωση της διαστατικότητας των
αρχικών δεδομένων. Εν συνεχεία, η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης εφαρμόσθηκε στα αποτελέσματα της Παραγοντικής Ανάλυσης
για τα ζεύγη των παραμέτρων υετού - ροής αισθητής θερμότητας και υετού - ροής λανθάνουσας θερμότητας, με σκοπό την
ανεύρεση των στατιστικά σημαντικών περιπτώσεων συνδιακύμανσης των παραμέτρων. Η εφαρμογή της CCA στο ζεύγος
υετού - ροής αισθητής θερμότητας οδήγησε στην εύρεση ενός μόνο στατιστικά σημαντικού κανονικού ζεύγους (W,V),
το οποίο ερμηνεύει το 50% της κοινής διακύμανσης των δύο πεδίων με συντελεστή κανονικής συσχέτισης, r=0.70.
Η κανονική μεταβλητή W συσχετίζεται ισχυρά με τον υετό της δυτικής Ελλάδος και του ανατολικού Αιγαίου, ενώ η
κανονική μεταβλητή V αντιστοιχεί στη ροή αισθητής θερμότητας πάνω από τη δυτική Μεσόγειο. Παρόμοια αποτελέσματα
προκύπτουν και για το ζεύγος υετού - ροής λανθάνουσας θερμότητας (ένα κανονικό ζεύγος, 54%, r=0.71). Αποκαλύπτεται,
λοιπόν, στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ των ροών αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας στη δυτική Μεσόγειο και του
υετού των δυτικών προσήνεμων, δηλαδή της ομβροπλευράς της δυτικής Ελλάδος και του ανατολικού Αιγαίου. Υψηλές τιμές
των ροών αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας στην περιοχή της δυτικής Μεσογείου συνεπάγονται ενεργειακό εμπλουτισμό
των αερίων μαζών που διέρχονται πάνω από την περιοχή μέσω της πορείας των δυτικών ανέμων, ο οποίος με τη σειρά του
συμβάλλει στην κυκλογένεση. Επίσης, οι υφέσεις που δημιουργούνται προκαλούν ψυχρό και ξηρό ΒΔ ρεύμα στα δυτικά τμήματά
τους, το οποίο συμβάλλει με τη σειρά του στην περαιτέρω αύξηση των ροών αυτών. Οι ίδιες υφέσεις, κινούμενες ανατολικά,
προκαλούν υετό κυρίως στα δυτικά προσήνεμα της Ελλάδος, λόγω της Ν-ΝΔ ροής σε συνδυασμό με την παρουσία δυναμικής
αστάθειας. Σύμφωνα με τις διακυμάνσεις των τιμών των αντίστοιχων κανονικών μεταβλητών, παρατηρείται ελαφρά πτωτική
τάση σε όλες τις παραμέτρους (ιδιαίτερα στον υετό) από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 έως και τις αρχές της δεκαετίας
του 1990.
Sky type classification for the region of Athens, Greece, during a typical daylight and solar radiation year.
Δημιουργούνται τρία τυπικά μετεωρολογικά έτη (ΤΜΕ) όσον αφορά στον φυσικό φωτισμό και την
ηλιακή ακτινοβολία για την περιοχή των Αθηνών. Η δημιουργία των ΤΜΕ πραγματοποιήθηκε με τις
μεθόδους: α) Danish (Lund), β) Festa-Ratto και γ) Sandia National Laboratories
(Finkelstein-Schafer statistics). Τα δεδομένα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν είναι πεντάλεπτες
τιμές ολικού και διάχυτου φωτισμού σε οριζόντια επιφάνεια, ολικής και διάχυτης ηλιακής
ακτινοβολίας σε οριζόντια επιφάνεια, ζενιθίας λαμπρότητας, ύψους ηλίου καθώς και ημερήσιες
τιμές ηλιοφάνειας για τα έτη 1992-96. Για τη δημιουργία των ΤΜΕ υπολογίστηκαν και οι
συντελεστές ατμοσφαιρικής θόλωσης ακτινοβολίας (Linke’s turbidity factor) και φωτισμού
(luminous turbidity factor) καθώς και η σχετική ηλιοφάνεια. Στη συνέχεια μελετώνται για
κάθε ΤΜΕ χωριστά οι τύποι ουρανού που παρατηρούνται. Η μελέτη αυτή βασίστηκε στην
ταξινόμηση των 15 πρότυπων τύπων ουρανού κατά Kittler. Η ταξινόμηση των παρατηρήσεων στους
15 τύπους ουρανού γίνεται ως εξής: Για ύψος Ηλίου άνω των 5° και μικρότερο ή ίσο των 35°,
όπου οι θεωρητικές καμπύλες δεν τέμνονται, ο λόγος της ζενιθίας λαμπρότητας προς το διάχυτο
φωτισμό της κάθε παρατήρησης συγκρίθηκε με τους αντίστοιχους λόγους των 15 θεωρητικών τύπων
ουρανού, για το ίδιο ύψος Ηλίου και η παρατήρηση ταξινομήθηκε στον τύπο ουρανού με την
πλησιέστερη τιμή. Για τα ύψη Ηλίου άνω των 35°, επειδή οι θεωρητικές καμπύλες συγκλίνουν
και τελικά τέμνονται, έγινε ταξινόμηση της κάθε παρατήρησης σε έναν από τους 15 τύπους
ουρανού, μόνο όταν η τιμή του λόγου του διάχυτου φωτισμού προς τη ζενιθία λαμπρότητα,
βρίσκεται μέσα στη ζώνη του ±2.5% εκατέρωθεν της θεωρητικής καμπύλης που περιγράφει τη
συγκεκριμένη κατηγορία ουρανού. Στην περίπτωση ταξινόμησης μιας παρατήρησης σε
περισσότερους από έναν τύπους ουρανού, συγκρίθηκε ο λόγος του ολικού φωτισμού προς τον
εξωατμοσφαιρικό φωτισμό, της παρατήρησης, με τους μέσους λόγους των διαφόρων τύπων ουρανού
(όπως προκύπτουν από όλες τις παρατηρήσεις), για το συγκεκριμένο ύψος Ηλίου και η
ταξινόμηση έγινε στον τύπο ουρανού με την πλησιέστερη τιμή. Τα ΤΜΕ που δημιουργήθηκαν από
την εφαρμογή των παραπάνω μεθόδων δεν είναι απολύτως ίδια. Περισσότερο μοιάζουν μεταξύ τους
τα αποτελέσματα της δεύτερης και της τρίτης μεθόδου αφού τα τυπικά έτη που δημιουργούν
έχουν τους περισσότερους μήνες κοινούς. Παρά τη διαφοροποίηση αυτή, οι τύποι ουρανού που
εμφανίζονται στην περιοχή των Αθηνών, κατά τη διάρκεια ενός έτους, φαίνεται να μην
εξαρτώνται από την επιλογή του ΤΜΕ και ο επικρατέστερος τύπος ουρανού και για τα τρία ΤΜΕ
είναι ο τύπος 13 (V.5), ο οποίος αντιστοιχεί σε ανέφελο, ρυπασμένο ουρανό, με μια ευρεία
κορώνα Ηλίου.
Frequency probabilities of daylight illuminance courses due to sunshine duration.
Συσχετίζοται τυπικές/χαρακτηριστικές ημι-ημερήσιες πορείες φυσικού φωτισμού στην Αθήνα και
την Μπρατισλάβα, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από πεντάλεπτες μετρήσεις μακράς περιόδου,
με τη μέση μηνιαία σχετική ηλιοφάνεια. Κατά τη διάρκεια μιας καθαρής ημι-ημέρας, η σχετική
ηλιοφάνεια είναι πολύ υψηλή. Περιπτώσεις νεφελώδους ουρανού συνδέονται με μικρότερη σχετική
ηλιοφάνεια με μέγιστη πιθανότητα στις τιμές 0.20 - 0.60. Σε περιπτώσεις νεφοσκεπούς
ουρανού δεν καταγράφονται δεδομένα ηλιοφάνειας. Ως εκ τούτου, όσο υψηλότερη είναι η μηνιαία
διάρκεια ηλιοφάνειας, τόσο μικρότερη είναι η συχνότητα εμφάνισης περιπτώσεων νεφοσκεπούς
ημι-ημέρας. Λεπτά ή/και τα διάσπαρτα νέφη συνιστούν περιπτώσεις «δυναμικών» καταστάσεων
κατά τις οποίες παρατηρούνται πολλές μικρές περίοδοι έντονης ακτινοβολίας. Οι περιπτώσεις
αυτές συνδέονται με διάρκεια σχετικής ηλιοφάνειας από 0.50 έως 0.75. Οι παραπάνω σχέσεις
ορίζονται και ποσοτικά με απλούς τύπους. Οι σχέσεις αυτές που συνδέουν ηλιοφάνεια και
φωτισμό είναι πολύ χρήσιμες για περιοχές στις οποίες δεν υπάρχουν μετρήσεις φωτισμού,
λαμπρότητος και ακτινοβολίας, παρά μόνο μετήσεις ηλιοφάνειας.
Sky type classification in south England during the winter period.
Mελετώνται οι συνθήκες φυσικού φωτισμού στη
νότιο Αγγλία (περιοχή Garston, 51.71°Β, 0.38°Δ), κατά τη χειμερινή περίοδο. Η
μελέτη βασίστηκε στην ταξινόμηση των κατανομών της λαμπρότητας του ουράνιου
θόλου σε 15 πρότυπες κατηγορίες, η οποία δόθηκε από τους Kittler et al.
Οι 15 τύποι ουρανού απεικονίζονται σε διαγράμματα του λόγου της ζενιθίας
λαμπρότητας προς το διάχυτο φωτισμό σε οριζόντια επιφάνεια ως συνάρτηση του ύψους
του Ηλίου. Τα δεδομένα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν, είναι 5-λεπτες τιμές
ολικού και διάχυτου φωτισμού σε οριζόντια επιφάνεια, ζενιθίας λαμπρότητας, ολικής και
διάχυτης ηλιακής ακτινοβολίας σε οριζόντια επιφάνεια και ύψους Ηλίου,
για το χρονικό διάστημα 1/10/1991-31/3/1992. Η ταξινόμηση των παρατηρήσεων στους 15
τύπους ουρανού έγινε για τις παρακάτω δύο περιπτώσεις: α) Για ύψος Ηλίου άνω των 5°
και μικρότερο ή ίσο των 35°, όπου οι θεωρητικές καμπύλες των 15 πρότυπων τύπων
ουρανού δεν τέμνονται. Ο λόγος της ζενιθίας λαμπρότητας προς το
διάχυτο φωτισμό σε οριζόντια επιφάνεια για κάθε παρατήρηση, συγκρίθηκε με τους
αντίστοιχους λόγους των 15 θεωρητικών τύπων ουρανού, για το ίδιο ύψος Ηλίου και τότε
η παρατήρηση ταξινομήθηκε στον τύπο ουρανού με την πλησιέστερη τιμή. β) Για όλα τα
ύψη Ηλίου άνω των 5°. Στην περίπτωση αυτή, επειδή οι θεωρητικές καμπύλες συγκλίνουν
και τελικά τέμνονται, έγινε ταξινόμηση της κάθε παρατήρησης σε έναν από τους 15
τύπους ουρανού, μόνο όταν η τιμή του λόγου της ζενιθίας λαμπρότητας προς το διάχυτο
φωτισμό σε οριζόντια επιφάνεια, βρίσκεται μέσα στη ζώνη του ±2.5% εκατέρωθεν της
θεωρητικής καμπύλης, η οποία περιγράφει τη συγκεκριμένη κατηγορία ουρανού. Στην
περίπτωση ταξινόμησης μιας παρατήρησης σε περισσότερους από έναν τύπους ουρανού,
συγκρίνεται ο λόγος του ολικού φωτισμού σε οριζόντια επιφάνεια προς τον
εξωατμοσφαιρικό φωτισμό σε οριζόντια επιφάνεια της συγκεκριμένης παρατήρησης,
με τους μέσους λόγους των διαφόρων τύπων ουρανού (όπως προκύπτουν από όλες τις
παρατηρήσεις), για το συγκεκριμένο ύψος Ηλίου και η παρατήρηση ταξινομείται στον
τύπο ουρανού με την πλησιέστερη τιμή. Από την παραπάνω μελέτη προέκυψε ότι, ο
επικρατέστερος τύπος ουρανού στην περιοχή της νοτίου Αγγλίας και πιθανόν για
περιοχές με ανάλογα γεωγραφικά και κλιματικά χαρακτηριστικά, είναι ο τύπος 2 (Ι.2),
ο οποίος αντιστοιχεί σε νεφοσκεπή ουρανό με απότομη διαβάθμιση της λαμπρότητας και
ελαφρώς λαμπρότερος προς την περιοχή που βρίσκεται ο Ήλιος.
Reconstruction of missing measured illuminance values
in regular daylight data recordings
Η συνεχής μέτρηση του φυσικού φωτισμού, πολλές φορές διακόπτεται λόγω βλάβης των
οργάνων ή λόγω διακοπής ρεύματος με αποτέλεσμα την απώλεια δεδομένων. Εκτός τούτου,
πολλές μετρήσεις είναι εσφαλμένες λόγω αστραπών, χιονιού ή ακόμη και λόγω παρεμβολών
από πτηνά. Έτσι, πρέπει να αντιμετωπισθεί με κάποιο τρόπο το πρόβλημα των ελλειπουσών
τιμών, ιδιαιτέρως σε μελέτες σχετικές με την ενδο-ημερήσια πορεία του φυσικού φωτισμού.
Η απλούστερη μέθοδος για τη συμπλήρωση των ελλειπουσών τιμών σε περιπτώσεις μικρών
κενών στη συνέχεια των μετρήσεων είναι η μέθοδος της γραμμικής παρεμβολής. Για
μεγαλύτερα κενά όμως, στην περίπτωση του φυσικού φωτισμού, μια εξίσωση δεύτερου ή
τρίτου βαθμού είναι πιο κατάλληλη. Στην παρούσα εργασία προτείνεται μια άλλη λύση
του προβλήματος. Στην περίπτωση ελλείψεων στα δεδομένα φωτισμού, αλλά όχι στα δεδομένα
ακτινοβολίας, η συμπλήρωση των κενών μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση της "φωτεινής
απόδοσης", μιας σχέσης μεταξύ ακτινοβολίας και φωτισμού. Για περίπτωση μη ύπαρξης ούτε
δεδομένων ακτινοβολίας, προτείνεται μέθοδος η οποία λαμβάνει υπόψη τις τελευταίες
διαθέσιμες τιμές διάχυτου και ολικού φωτισμού εκατέρωθεν του κενού. Στην περίπτωση
αυτή η συμπλήρωση των κενών διαπιστώνεται ότι είναι πολύ ικανοποιητική υπό την
προϋπόθεση ότι η πορεία του φωτισμού την περίοδο των ελλειπουσών τιμών είναι ομαλή.
Sky type classification in Central England
during winter
Στην παρούσα εργασία μελετώνται οι συνθήκες φυσικού φωτισμού στην περιοχή του
Σέφιλντ, στην κεντρική Αγγλία (53.38°Ν, 1.50°W), κατά τη χειμερινή περίοδο του έτους.
Η μελέτη βασίζεται στους 15 θεωρητικούς τύπους ουρανού όπως αυτοί ορίσθηκαν από τους
Kittler et al. Οι τύποι αυτοί ορίζονται με διαγράμματα του λόγου της ζενιθείας
λαμπρότητας (Lz) προς τον οριζόντιο διάχυτο φωτισμό (Dv) για κάθε ύψος ηλίου (γ).
Τα δεδομένα αποτελούνται από χρονοσειρές ημιωριαίων τιμών Dv, Lz, ολικής (Ge) και
διάχυτης (De) οριζοντίου ακτινοβολίας για την περίοδο 1 Νοεμβρίου 1993 - 10 Φεβρουαρίου 1994.
Η μελέτη έδειξε ότι οι πιο συχνοί τύποι ουρανού στην περιοχή της κεντρικής Αγγλίας κατά το
χειμώνα είναι:
(i) I.2 (νεφοσκεπής, απότομη διαβάθμιση και ελαφρώς λαμπρότερος προς τον Ήλιο), με
συχνότητα εμφάνισης 19.5%, (ii) I.1 (νεφοσκεπής, απότομη διαβάθμιση και αζιμουθιακή
ομοιομορφία) (10.5%) και (iii) II.1 (νεφοσκεπής, μέτρια διαβάθμιση με αζιμουθιακή
ομοιομορφία) (9.7%). Από τους ανέφελους τύπους ουρανού, ο πιο συχνός είναι ο
V.5 (ανέφελος ρυπασμένος, με μια πιο ευρεία κορώνα Ηλίου)
με συχνότητα εμφάνισης 7.6%.
Sky luminance distribution in central Europe and the
Mediterranean during summer period.
Μελετώνται οι συνθήκες φωτισμού στην κεντρική Ευρώπη και τη Μεσόγειο και ορίζονται
οι επικρατούντες τύποι κατανομής ουράνιας λαμπρότητας κατά το καλοκαίρι.
Χρησιμοποιούνται 5-λεπτες τιμές ολικής και διάχυτης ακτινοβολίας και φωτισμού καθώς και
ζενιθείας λαμπρότητας για την Αθήνα και την Μπρατισλάβα για μια περίοδο 5 ετών. Η μελέτη
χρησιμοποιεί τους 15 θεωρητικούς τύπους ουρανού όπως ορίσθηκαν από τους Kittler et al. οι
οποίοι αντιπροσωπεύουν διαφορετικές καμπύλες σε διαγράμματα του λόγου της ζενιθείας
λαμπρότητας προς τον διάχυτο φωτισμό για κάθε ύψος ηλίου. Λόγω του ότι για ύψη ηλίου άνω
των 35 μοιρών οι θεωρητικές καμπύλες συγκλίνουν και τελικά τέμνονται, μία παρατήρηση κατατάσσεται
σε έναν τύπο ουρανού μόνο όταν η τιμή του λόγου της ζενιθείας λαμπρότητας προς τον διάχυτο
φωτισμό κείται σε ζώνη πλάτους ±2.5% εκατέρωθεν της θεωρητικής καμπύλης. Στην περίπτωση
που μια παρατήρηση εξακολουθεί να αντιστοιχεί σε περισσότερους από έναν τύπους ουρανού,
υπολογίζεται ο λόγος του ολικού φωτισμού προς τον εξωατμοσφαιρικό φωτισμό και συγκρίνεται
με τον μέσο λόγο διαφορετικών τύπων ουρανού και ταξινομείται σ’ αυτόν που βρίσκεται
πλησιέστερα. Βρέθηκε ότι οι πιο συχνοί τύποι ουρανού στη Μπρατισλάβα είναι (i) ο
λευκός-κυανός ουρανός με χαρακτηριστική ηλιακή κορόνα και (ii) ο πολύ καθαρός ουρανός με
χαμηλή θόλωση. Για την Αθήνα ο επικρατών τύπος είναι αυτός του ανέφελου ρυπασμένου ουρανού
με εκτεταμένη ηλιακή κορόνα.
Dynamics of radiation and daylight climate linked with standard skies.
Το κλίμα φυσικού φωτισμού και ακτινοβολίας σε έναν τόπο μελετάται με τη χρήση της ροής
της εξωατμοσφαιρικής ηλιακής ακτινοβολίας. Από μετρήσεις επίγειων σταθμών υπολογίζονται
οι ενδοημερήσιες μεταβολές με τη χρήση των λόγων της ολικής, της άμεσης και της διάχυτης
ακτινοβολίας προς την τιμή της στα όρια της ατμόσφαιρας, για συγκεκριμένες μεταβολές
του ύψους ηλίου. Άλλες παράμετροι όπως η θόλωση, η σχετική ηλιοφάνεια, ο δείκτης
καθαρότητας του ουρανού κλπ μπορούν να ληφθούν είτε από μετρήσεις είτε από υπολογισμούς.
Οι κατανομές ακτινοβολίας και λαμπρότητας στον ουρανό, συνδέονται με το λόγο της
ζενιθείας λαμπρότητας προς την διάχυτη τιμή της υπό μελέτη παραμέτρου. Στην παρούσα
μελέτη χρησιμοποιούνται δεδομένα πέντε ετών από την Αθήνα και την Bratislava και
μελετώνται οι εποχιακές μεταβολές του κλίματος φυσικού φωτισμού και ακτινοβολίας
λαμβάνοντας υπόψη και την ταξινόμηση των τύπων ουρανού στις 15 κατηγορίες όπως
ορίστηκαν από τον Kittler.
On the relation between sea surface and lower troposphere
temperature over the northern hemisphere.
Διερευνάται η συμμεταβλητότητα της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας και της
κατώτερης τροπόσφαιρας για το χειμώνα (ΔΙΦΜ) και το καλοκαίρι (ΙΙΑΣ) στο βόρειο ημισφαίριο,
με τη χρήση μηνιαίων αποχών (θερμοκρασίας για τη θάλασσα και πάχους στρώματος
1000-500hPa για τον αέρα) σε πλεγματικά τετράγωνα, για μια περίοδο 22 ετών.
Κατ' αρχάς εφαρμόζεται Factor Analysis (FA) και στα δύο σετ των δεδομένων με σκοπό τη
μείωση των μεταβλητών και την ομαδοποίηση πλεγματικών τετραγώνων με κοινή μεταβλητότητα
της θερμοκρασίας. Επίσης, η FA απεκάλυψε πολυάριθμες τηλεσυνδέσεις και στα δύο πεδία,
με πιο σημαντικές αυτές που ελέγχονται από το PNA στον Ειρηνικό και το ΝΑΟ στον
Ατλαντικό. Στη συνέχεια, με τα αποτελέσματα της FA ως οδηγό, υπολογίστηκαν
συντελεστές συσχέτισης μεταξύ των μέσων χρονοσειρών των υποπεριοχών που ορίστηκαν
από την FA και στα δύο πεδία. Οι μέγιστες τιμές (0.70) βρέθηκαν για υποπεριοχές που
βρίσκονται η μία πάνω/κάτω από την άλλη. Τέλος εισάγοντας υστέρηση χρόνου έγινε
προσπάθεια πρόγνωσης της θερμοκρασίας ενός πεδίου από τη θερμοκρασία του άλλου.
Αν και σε μερικές περιπτώσεις οι συντελεστές φαίνεται να αυξάνονται, έλεγχοι
έδειξαν ότι η αύξηση αυτή δεν είναι στατιστικά σημαντική. Γενικά πάντως φαίνεται ότι
σε μηνιαία βάση, είναι η θερμοκρασία του αέρα που ελέγχει τη θερμοκρασία της
θάλασσας ενώ το αντίστροφο δεν φαίνεται να ισχύει.
The effect of meteorological and pollution parameters
on the frequency of hospital admissions for cardiovascular and respiratory problems in
Athens.
Σκοπός της μελέτης αυτής είναι να ερευνήσει την επίδραση των μετεωρολογικών
παραμέτρων και των παραμέτρων ρύπανσης στη συχνότητα εισαγωγών στα νοσοκομεία
για καρδιοαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα. Η μελέτη περιλαμβάνει 1554 ασθενείς
που εισήχθησαν σε ένα μεγάλο νοσοκομείο των Αθηνών κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 8
ετών. Η βάση δεδομένων των μετεωρολογικών παραμέτρων και των παραμέτρων ρύπανσης
αποτελείται από 12 χρονοσειρές από τις οποίες δημιουργήθηκαν τεχνητά και άλλες 24.
Οι στατιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν είναι η απλή γραμμική συσχέτιση και η
γραμμική stepwise παλινδρόμηση οι οποίες εφαρμόσθηκαν σε 10ήμερα δεδομένα καθώς και
σε κινητούς μέσους όρους 3 10ημέρων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η θερμοκρασία, η
υγρασία και οι συγκεντρώσεις του καπνού συσχετίζονται στατιστικά σημαντικά με τη
συχνότητα εισαγωγών στα νοσοκομεία.
The 850hPa relative vorticity centres of action for winter precipitation in
the Greek area.
Μελετάται η σχέση μεταξύ ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας πάνω από την Ευρώπη και του χειμερινού (Ιανουάριος-Φεβρουάριος) υετού
στον Ελληνικό χώρο. Συγκεκριμένα, εντοπίζονται τα κέντρα του σχετικού στροβιλισμού στα 850hPa που επηρεάζουν τον υετό στις
διάφορες περιοχές της Ελλάδος και εξετάζεται η μεταβλητότητα και των δύο παραμέτρων κατά την 38-ετή περίοδο 1960-1997. Κατ’
αρχάς, εφαρμόζεται η Παραγοντική Ανάλυση (Factor Analysis) και στα δύο πεδία με στόχο την ελάττωση της διαστατικότητας των
αρχικών δεδομένων. Εν συνεχεία, στα αποτελέσματα της Παραγοντικής Ανάλυσης, εφαρμόζεται η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης
(Canonical Correlation Analysis) με σκοπό να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ των δύο πεδίων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι: 1) Ο υετός της
δυτικής Ελλάδος, της βορείου Ελλάδος και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου ρυθμίζεται από τον στροβιλισμό πάνω από την Ιταλία
και τον κόλπο της Γένοβας, 2) ο υετός του νοτίου Αιγαίου και της Κρήτης ρυθμίζεται από το στροβιλισμό δυτικά της Κρήτης και 3) ο
υετός των ανατολικών περιοχών της ηπειρωτικής χώρας επηρεάζεται σημαντικά από μια τηλεσύνδεση στροβιλισμού τύπου «τραμπάλας»
μεταξύ Τυνησίας και βορείου Αιγαίου. Οι διαχρονικές πορείες του υετού και του σχετικού στροβιλισμού στις παραπάνω περιοχές δείχνουν
μια ελάττωση του υετού στους περισσότερους ελληνικούς σταθμούς, συνοδευόμενη από έντονη αντικυκλωνική δραστηριότητα πάνω από
ολόκληρη σχεδόν τη Μεσόγειο κατά την περίοδο τέλη δεκαετίας ’80 – αρχές δεκαετίας ’90, όταν ο δείκτης ΝΑΟ ήταν αυξημένος. Τέλος, εφαρμόζεται η Ανάλυση κατά Ομάδες
(Cluster Analysis) στις χρονοσειρές των παραγόντων (factor scores) του υετού, με στόχο την αποκάλυψη των πλέον χαρακτηριστικών
οριζόντιων κατανομών υετού στον Ελληνικό χώρο και τη σύνδεσή τους με συγκεκριμένες οριζόντιες κατανομές στροβιλισμού στα 850hPa
πάνω από τη Μεσόγειο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι χαρακτηριστικοί τύποι οριζόντιας κατανομής του υετού είναι 6 εκ των οποίων
οι 4 παρουσιάζονται ως πιο σημαντικοί αφού φαίνεται να επικρατούν κατά τη διάρκεια περισσότερων ετών.
An objective definition of air mass types affecting Athens, Greece; the corresponding atmospheric
pressure patterns and air pollution levels.
Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να ορίσει τους χαρακτηριστικούς τύπους αερίων μαζών που επικρατούν στην περιοχή των Αθηνών
κατά την ψυχρή (Νοέμβριος-Μάρτιος) και τη θερμή (Μάιος-Σεπτέμβριος) περίοδο του έτους και να υπολογίσει τις αντιστοιχούσες
συγκεντρώσεις των κύριων ατμοσφαιρικών ρύπων. Για κάθε τύπο αέριας μάζας υπολογίζεται η μέση κατανομή της ατμοσφαιρικής πίεσης
πάνω από την Ευρώπη και τη Μεσόγειο με σκοπό να αποκαλυφθούν σχέσεις μεταξύ ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας και επιπέδων
ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αθήνα. Η βάση των δεδομένων αποτελείται από ημερήσιες τιμές 13 μετεωρολογικών παραμέτρων και 6
παραμέτρων ρύπανσης για την περίοδο 1993-1997. Ο ορισμός των χαρακτηριστικών τύπων αερίων μαζών επιτυγχάνεται αντικειμενικά με τη
χρήση των μεθόδων Factor Analysis και Cluster Analysis. Tα αποτελέσματα δείχνουν ότι κατά την ψυχρή περίοδο του έτους
οι επικρατούντες τύποι αερίων μαζών είναι 6 (καθένας επικρατεί για τουλάχιστον 3% του ολικού αριθμού των ημερών) ενώ υπάρχουν
και άλλοι 6 πιο σπάνιοι. Εξέταση των αντίστοιχων συγκεντρώσεων ατμοσφαιρικών ρύπων έδειξε ότι οι πρωτογενείς ρύποι
παρουσιάζουν αυξημένες συγκεντρώσεις όταν επικρατούν ασθενείς ή νότιοι άνεμοι. Τέτοιες συνθήκες συνήθως επικρατούν όταν
ένα σύστημα υψηλών πιέσεων βρίσκεται πάνω από την κεντρική Μεσόγειο ή ένα σύστημα χαμηλών πιέσεων βρίσκεται
πάνω από τη νότια Ιταλία, αντιστοίχως. Χαμηλά επίπεδα πρωτογενών ρύπων παρατηρούνται υπό συνθήκες βορειοανατολικής ροής
όταν ένα σύστημα υψηλών πιέσεων βρίσκεται στην περιοχή της Ουκρανίας. Κατά τη θερμή περίοδο του έτους, η Ελλάς επηρεάζεται
από το θερμικό χαμηλό της νοτιοδυτικής Ασίας και τον υποτροπικό αντικυκλώνα του Ατλαντικού με αποτέλεσμα να μη σημειώνονται
εντυπωσιακές αλλαγές του καιρού. Παρόλα ταύτα η ανάλυση απεκάλυψε 4 βασικούς τύπους αερίων μαζών και άλλους 10 σπάνιους
που συνδέονται με ακραίες καιρικές συνθήκες. Παρά τα μεγάλα ποσά ηλιακής ακτινοβολίας που χαρακτηρίζουν την θερμή
περίοδο του έτους, οι συγκεντρώσεις του όζοντος παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα στο κέντρο της Αθήνας λόγω της καταστροφής
του από το μονοξείδιο του αζώτου.
Μαθηματική μοντελοποίηση στο χώρο της κλιματολογίας.
Η μαθηματική μοντελοποίηση στο χώρο της μετεωρολογίας αλλά κυρίως της κλιματολογίας παρουσιάζει μια αλματώδη εξέλιξη
την τελευταία 25ετία. Οι παλαιότερες εργασίες είχαν ως στόχο τη μελέτη περιοδικών φαινομένων και την προσπάθεια ερμηνείας τους
με την ανάλυσή τους σε αρμονικούς όρους (Fourier Analysis). Η αναζήτηση "κρυμμένων" περιοδικοτήτων σε μακρές χρονοσειρές
απασχόλησε και απασχολεί επίσης τους ερευνητές (Power Spectrum Analysis). Η μελέτη των χρονοσειρών έγινε πιο δημοφιλής τη
δεκαετία του '80 όταν άρχισαν οι συζητήσεις για την κλιματική αλλαγή και την παγκόσμια θέρμανση (Trend Analysis).
Για μια σφαιρική αντιμετώπιση του θέματος σε παγκόσμια βάση μια μελέτη έπρεπε να περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό δεδομένων
από όσο το δυνατόν περισσότερους σταθμούς. Έτσι οι κλιματολόγοι άρχισαν να χρησιμοποιούν τις πολυμεταβλητές μεθόδους
(Principal Component Analysis, Factor Analysis, Cluster Analisis). Επειδή όμως μια ενδεχόμενη κλιματική αλλαγή δεν μπορεί
να περιορίζεται σε μία μόνο μετεωρολογική παράμετρο (π.χ. θερμοκρασία) ούτε σε ένα μόνο στρώμα της ατμόσφαιρας (π.χ. κοντά
στην επιφάνεια της θάλασσας) τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται στη βιβλιογραφία όλο και πιο συχνά η χρήση της μεθόδου
Canonical Correlation Analysis η οποία εξετάζει τη συμμεταβολή δύο παραμέτρων σε δύο διαφορετικά πεδία.
Στην παρούσα εργασία ανασκόπησης γίνεται μία παρουσίαση εφαρμογών των παραπάνω στατιστικών μεθόδων στο χώρο της
κλιματολογίας.
A study on the intra-annual variation and the spatial distribution of precipitation amount and duration
over Greece on a 10-day basis.
H ενδο-ετήσια κύμανση και η διανομή του ύψους και της διάρκειας του υετού στην Ελλάδα, μελετώνται σε 10ήμερη βάση
με τη χρήση S-mode και T-mode Factor Analysis. (i) Για την ενδο-ετήσια κύμανση του ύψους του υετού, δύο κύριες πορείες
απεκαλύφθησαν: Η πρώτη παρουσιάζει ένα ευρύ μέγιστο κατά τη διάρκεια του συμβατικού χειμώνα και παρατηρείται στους σταθμούς
που επηρεάζονται από τη θάλασσα και η δεύτερη παρουσιάζει δύο μέγιστα, το πρώτο τέλη φθινοπώρου - αρχές χειμώνα και το δεύτερο
περί το τέλος της άνοιξης και αντιστοιχεί στους βόρειους ηπειρωτικούς σταθμούς. (ii) Οι κύριες οριζόντιες κατανομές του ύψους του υετού
είναι τρεις. Η πρώτη είναι η "χειμερινή" η οποία παρουσιάζει μέγιστο στις δυτικές προσήνεμες περιοχές. Η δεύτερη είναι η "θερινή" με
μέγιστο πάνω από τις βόρειες ηπειρωτικές περιοχές και η τρίτη είναι η "φθινοπωρινή" με μέγιστα πάνω από τη βορειοδυτική Ελλάδα.
(iii) Για τη διάρκεια του υετού, δύο κύριες πορείες απεκαλύφθησαν. Η πρώτη είναι παρεμφερής με την πρώτη για το ύψος υετού, ενώ η
δεύτερη παρουσιάζει δύο μέγιστα, το πρώτο κατά τις αρχές Δεκεμβρίου και το δεύτερο κατά τα μέσα Φεβρουαρίου και σημειώνεται
στις περιοχές της βορειοδυτικής και της βορειοανατολικής Ελλάδας. (iv) Οι κύριες οριζόντιες κατανομές της διάρκειας του υετού
είναι τρεις. Η πρώτη είναι η "θερινή" η οποία είναι παρεμφερής με την δεύτερη για το ύψος υετού. Η δεύτερη είναι η "χειμερινή" με μέγιστο
στην ανατολική ηπειρωτική χώρα και τη δυτική Κρήτη και τέλος η τρίτη είναι η "φθινοπωρινή" με μέγιστα στη βορειοδυτική Ελλάδα.
Κατά το τρίτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου και το δεύτερο του Φεβρουαρίου, ο υετός παρουσιάζει ιδιομορφίες, πιθανόν λόγω κάποιων
κυματισμών στην ατμοσφαιρική κυκλοφορία. Οι ανωτέρω ενδο-ετήσιες κυμάνσεις και οι διανομές απεδόθησαν στις εποχικές μεταβολές
των τροχιών των υφέσεων, στην ατμοσφαιρική αστάθεια, την επίδραση της θερμοκρασίας της θάλασσας η οποία είναι σημαντικός
παράγων κυκλογένεσης, και στο υπήνεμο ή προσήνεμο των διαφόρων περιοχών (ορεογραφικά αίτια).
Τα κέντρα δράσης του σχετικού στροβιλισμού στα 850hPa που συνδέονται με τον χειμερινό υετό στον ελληνικό χώρο
Μελετάται η σχέση μεταξύ ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας πάνω από την Ευρώπη και του χειμερινού (Ιανουάριος-Φεβρουάριος) υετού
στον Ελληνικό χώρο. Συγκεκριμένα, εντοπίζονται τα κέντρα του σχετικού στροβιλισμού στα 850hPa που επηρεάζουν τον υετό στις
διάφορες περιοχές της Ελλάδος και εξετάζεται η μεταβλητότητα και των δύο παραμέτρων κατά την 38-ετή περίοδο 1960-1997. Κατ’
αρχάς, εφαρμόζεται η Παραγοντική Ανάλυση (Factor Analysis) και στα δύο πεδία με στόχο την ελάττωση της διαστατικότητας των
αρχικών δεδομένων. Εν συνεχεία, στα αποτελέσματα της Παραγοντικής Ανάλυσης, εφαρμόζεται η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης
(Canonical Correlation Analysis) με σκοπό να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ των δύο πεδίων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι: 1) Ο υετός της
δυτικής Ελλάδος, της βορείου Ελλάδος και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου ρυθμίζεται από τον στροβιλισμό πάνω από την Ιταλία
και τον κόλπο της Γένοβας, 2) ο υετός του νοτίου Αιγαίου και της Κρήτης ρυθμίζεται από το στροβιλισμό δυτικά της Κρήτης και 3) ο
υετός των ανατολικών περιοχών της ηπειρωτικής χώρας επηρεάζεται σημαντικά από μια τηλεσύνδεση στροβιλισμού τύπου «τραμπάλας»
μεταξύ Τυνησίας και βορείου Αιγαίου. Οι διαχρονικές πορείες του υετού και του σχετικού στροβιλισμού στις παραπάνω περιοχές δείχνουν
μια ελάττωση του υετού στους περισσότερους ελληνικούς σταθμούς, συνοδευόμενη από έντονη αντικυκλωνική δραστηριότητα πάνω από
ολόκληρη σχεδόν τη Μεσόγειο κατά την περίοδο τέλη δεκαετίας ’80 – αρχές δεκαετίας ’90, όταν ο δείκτης ΝΑΟ ήταν αυξημένος. Τέλος, εφαρμόζεται η Ανάλυση κατά Ομάδες
(Cluster Analysis) στις χρονοσειρές των παραγόντων (factor scores) του υετού, με στόχο την αποκάλυψη των πλέον χαρακτηριστικών
οριζόντιων κατανομών υετού στον Ελληνικό χώρο και τη σύνδεσή τους με συγκεκριμένες οριζόντιες κατανομές στροβιλισμού στα 850hPa
πάνω από τη Μεσόγειο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι χαρακτηριστικοί τύποι οριζόντιας κατανομής του υετού είναι 6 εκ των οποίων
οι 4 παρουσιάζονται ως πιο σημαντικοί αφού φαίνεται να επικρατούν κατά τη διάρκεια περισσότερων ετών.
Σχέση μεταξύ των ροών αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας στη Μεσόγειο και του υετού στον ελληνικό χώρο κατά το χειμώνα.
Οι ροές αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας από την επιφάνεια της θάλασσας προς την ατμόσφαιρα είναι δύο παράμετροι, οι οποίες
συνεισφέρουν σημαντικά στην ενεργειακή τροφοδοσία των αερίων μαζών στην περιοχή της Μεσογείου κατά την ψυχρή περίοδο του έτους.
Στην εργασία αυτή, εξετάζεται η σχέση των παραμέτρων αυτών με τον υετό στον ελληνικό χώρο κατά το χειμώνα (Δεκέμβριος –
Ιανουάριος – Φεβρουάριος) και για την περίοδο 1959-1997. Η ύπαρξη στατιστικά σημαντικής σχέσης μεταξύ των παραπάνω παραμέτρων
διερευνάται με την εφαρμογή των μεθόδων της Παραγοντικής Ανάλυσης (Factor Analysis, FA) και της Ανάλυσης Κανονικής
Συσχέτισης (Canonical Correlation Analysis, CCA). Η Παραγοντική Ανάλυση εφαρμόσθηκε χωριστά στις χρονοσειρές κάθε μιας από
τις παραμέτρους, με σκοπό την ελάττωση της διαστατικότητας των αρχικών δεδομένων. Εν συνεχεία, η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης
εφαρμόσθηκε στα αποτελέσματα της Παραγοντικής Ανάλυσης για τα ζεύγη των παραμέτρων υετού – ροής αισθητής θερμότητας και
υετού – ροής λανθάνουσας θερμότητας, με σκοπό την ανεύρεση των στατιστικά σημαντικών περιπτώσεων συνδιακύμανσης των
παραμέτρων. Η εφαρμογή της CCA στο ζεύγος υετού – ροής αισθητής θερμότητας οδήγησε στην εύρεση ενός μόνο στατιστικά
σημαντικού κανονικού ζεύγους (W,V), το οποίο ερμηνεύει το 50% της κοινής διακύμανσης των δύο πεδίων με συντελεστή κανονικής
συσχέτισης, r=0.70. Η κανονική μεταβλητή W συσχετίζεται ισχυρά με τον υετό της δυτικής Ελλάδος και του ανατολικού Αιγαίου, ενώ
η κανονική μεταβλητή V αντιστοιχεί στη ροή αισθητής θερμότητας πάνω από τη δυτική Μεσόγειο. Παρόμοια αποτελέσματα προκύπτουν
και για το ζεύγος υετού – ροής λανθάνουσας θερμότητας (ένα κανονικό ζεύγος, 54%, r=0.71). Αποκαλύπτεται, λοιπόν, στατιστικά
σημαντική σχέση μεταξύ των ροών αισθητής και λανθάνουσας θερμότητας στη δυτική Μεσόγειο και του υετού των δυτικών προσήνεμων,
δηλαδή της ομβροπλευράς της δυτικής Ελλάδος και του ανατολικού Αιγαίου. Υψηλές τιμές των ροών αισθητής και λανθάνουσας
θερμότητας στην περιοχή της δυτικής Μεσογείου συνεπάγονται ενεργειακό εμπλουτισμό των αερίων μαζών που διέρχονται πάνω από
την περιοχή μέσω της πορείας των δυτικών ανέμων, ο οποίος με τη σειρά του συμβάλλει στην κυκλογένεση. Επίσης, οι υφέσεις που
δημιουργούνται προκαλούν ψυχρό και ξηρό ΒΔ ρεύμα στα δυτικά τμήματά τους, το οποίο συμβάλλει με τη σειρά του στην περαιτέρω
αύξηση των ροών αυτών. Οι ίδιες υφέσεις, κινούμενες ανατολικά, προκαλούν υετό κυρίως στα δυτικά προσήνεμα της Ελλάδος, λόγω της
Ν-ΝΔ ροής σε συνδυασμό με την παρουσία δυναμικής αστάθειας. Σύμφωνα με τις διακυμάνσεις των τιμών των αντίστοιχων κανονικών
μεταβλητών, παρατηρείται ελαφρά πτωτική τάση σε όλες τις παραμέτρους (ιδιαίτερα στον υετό) από τις αρχές της δεκαετίας του 1970
έως και τις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Συμβολή στην εποχική πρόγνωση της θερμοκρασίας του αέρα στο βόρειο ημισφαίριο με τη χρήση στατιστικών μεθόδων.
Στην εργασία αυτή χρησιμοποιούνται εποχικές τιμές θερμοκρασίας του αέρα σε σημεία πλέγματος στο βόρειο ημισφαίριο για την περίοδο
1948-1996. Κατ’ αρχάς, με τη χρήση της μεθόδου Factor Analysis για κάθε εποχή, ομαδοποιούνται σημεία πλέγματος στα οποία η
θερμοκρασία παρουσιάζει κοινή μεταβλητότητα στη 49-ετή υπό μελέτη περίοδο. Έτσι, ορίστηκαν από 20 έως 30 υπο-περιοχές με
χαρακτηριστική μεταβλητότητα της θερμοκρασίας, αλλά μόνο οι μισές περίπου παρουσιάζονται σημαντικές (πολλά σημεία πλέγματος,
υψηλά loadings). Στη συνέχεια, εφαρμόσθηκε η μέθοδος της canonical correlation analysis στις χρονοσειρές των factor scores για τις
8 περιπτώσεις ζευγών εποχών. Πρώτα για τους 4 συνδυασμούς διαδοχικών εποχών και έπειτα για τους 4 συνδυασμούς των
«αντιδιαμετρικών» εποχών. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι τα στατιστικώς σημαντικά ζεύγη κανονικών μεταβλητών Wi,Vi κυμαίνονται από
4 έως 9. Για κάθε ανάλυση έγινε συσχέτιση κάθε χρονοσειράς Wi με τις χρονοσειρές των αρχικών δεδομένων της «προβλέπουσας»
εποχής και κάθε χρονοσειράς Vi με τις αντίστοιχες της «προβλεπόμενης» εποχής. Οι συντελεστές συσχέτισης τοποθετήθηκαν σε χάρτες
και χαράχθηκαν οι ισοπληθείς καμπύλες, ώστε να αποκαλυφθούν οι περιοχές με τις υψηλές συσχετίσεις (άνω του 0.70 και στα δύο πεδία).
Έτσι εντοπίσθηκαν οι περιοχές για τις οποίες υπάρχει δυνατότητα πρόβλεψης της εποχικής θερμοκρασίας του αέρα. Τα καλύτερα
αποτελέσματα βρέθηκαν: (i) για την περιοχή του Ινδικού ωκεανού όπου η θερμοκρασία του φθινοπώρου στο δυτικό Ινδικό συσχετίζεται
ισχυρά με την θερμοκρασία του επομένου χειμώνα στο νότιο και ανατολικό Ινδικό, (ii) για την περιοχή του ισημερινού Ειρηνικού όπου
επίσης η θερμοκρασία του φθινοπώρου στο κεντρικό τμήμα του συσχετίζεται ισχυρά με τη θερμοκρασία του επόμενου χειμώνα στο
ανατολικό τμήμα του και (iii) για την περιοχή του ανατολικού Ειρηνικού όπου η θερμοκρασία της άνοιξης συσχετίζεται ισχυρά με τη
θερμοκρασία του επόμενου φθινοπώρου (εμμονή).
Η επίδραση των μετεωρολογικών παραμέτρων στην εμφάνιση περιστατικών οξείας λαρυγγίτιδας στους ενήλικες.
Στη μελέτη αυτή ερευνάται η μηνιαία κατανομή περιστατικών οξείας λαρυγγίτιδας και η επίδραση των μετεωρολογικών παραγόντων
στη συχνότητα εμφάνισης της νόσου στο νομό Ιωαννίνων σε ημερήσια βάση. Η μελέτη περιλαμβάνει 825 περιπτώσεις που σημειώθηκαν
στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων από το 1995 έως το 1999. Οι μετεωρολογικές παράμετροι που χρησιμοποιούνται είναι η
θερμοκρασία (ελαχίστη, μέση, μεγίστη, ημερήσιο θερμομετρικό εύρος κλπ), η υγρασία (σχετική, τάση υδρατμών κλπ) και η ατμοσφαιρική
πίεση καθώς και οι από ημέρα σε ημέρα μεταβολές τους. Κατ’ αρχάς εξετάζεται η σχέση καθεμιάς εκ των μετεωρολογικών παραμέτρων
χωριστά με την συχνότητα εμφάνισης της νόσου με τη χρήση πινάκων συνάφειας. Στη συνέχεια οι 1825 ημέρες της πενταετίας χωρίζονται
σε ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά καιρού με τη χρήση των μεθόδων Factor Analysis and Cluster Analysis. Για κάθε ομάδα ημερών
υπολογίζεται ο αριθμός και η συχνότητα των περιστατικών και αναζητείται στατιστικά σημαντική επίδραση του καιρού στην εμφάνιση
της νόσου. Στη μηνιαία κατανομή παρατηρήθηκε μέγιστη συχνότητα περιστατικών τον Μάρτιο και ελάχιστη τον Αύγουστο.
Απεκαλύφθη ότι η συχνότητα της νόσου παρουσιάζεται αυξημένη όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες, μικρό ημερήσιο θερμομετρικό
εύρος, μικρές τιμές τάσης υδρατμών, χαμηλή ατμοσφαιρική πίεση και όταν σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα παρατηρούνται μεγάλη
μεταβολή στη μέγιστη θερμοκρασία και μείωση στην ατμοσφαιρική πίεση. Επιπροσθέτως διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική επίδραση
των τύπων καιρού στην συχνότητα εμφάνισης της νόσου. Η μεγαλύτερη συχνότητα παρατηρήθηκε το χειμώνα και ιδιαιτέρως κατά τη
διάρκεια ημερών με υψηλή υγρασία.
Μελέτη της ενδο-ημερήσιας πορείας της ατμοσφαιρικής πίεσης στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Μελετάται η ενδο-ημερήσια πορεία της ατμοσφαιρικής πίεσης στην περιοχή της Θεσσαλονίκης για την 48-ετή περίοδο 1947-1994.
Τα δεδομένα αποτελούνται από 24 μέσες ωριαίες τιμές για κάθε μήνα. Το μέσο ενδο-ημερήσιο εύρος της πίεσης κυμαίνεται από 1.4 hPa
το χειμώνα έως 1.8 hPa το καλοκαίρι (μέγιστο περί την 10η πρωινή και ελάχιστο περί την 5η απογευματινή). Κατ’ αρχάς εφαρμόστηκε η
μέθοδος της αρμονικής ανάλυσης για την ενδο-ημερήσια κύμανση κάθε μήνα αλλά και κάθε μέσου μήνα της 48-ετούς περιόδου. Η
ανάλυση έδειξε ότι τρεις αρμονικοί όροι περιγράφουν ικανοποιητικά την ενδο-ημερήσια πορεία της πίεσης αφού ερμηνεύουν περί το 95%
της ολικής διακύμανσης. Η ενδο-ετήσια πορεία του πλάτους του 1ου αρμονικού όρου παρουσιάζεται σχεδόν απλή με μέγιστο τον Ιούλιο
και ελάχιστο τον Ιανουάριο. Το πλάτος του 2ου αρμονικού, ο οποίος τους χειμερινούς μήνες είναι ο επικρατών, εμφανίζει μια διπλή
ενδο-ετήσια κύμανση με μέγιστα τον Απρίλιο και τον Σεπτέμβριο και ελάχιστα τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο. Το πλάτος του 3ου
αρμονικού όρου, ο οποίος είναι και ο ασθενέστερος, παρουσιάζει επίσης διπλή ενδο-ετήσια κύμανση με μέγιστα τον Δεκέμβριο
(πρωτεύον) και τον Ιούνιο (δευτερεύον) και ελάχιστα τον Απρίλιο και τον Σεπτέμβριο. Ο χρόνος μεγίστου του 1ου αρμονικού δεν
παρουσιάζεται σταθερός αλλά γενικά σημειώνεται περί τις πρώτες πρωινές ώρες. Ο χρόνος μεγίστου του 2ου αρμονικού εμφανίζεται
σταθερός καθ’ όλο το έτος περί την 8η πρωινή (πρώτο μέγιστο). Ο χρόνος μεγίστου του 3ου αρμονικού παρουσιάζει χαρακτηριστική
διπλή κύμανση, όμοια περίπου με αυτή του πλάτους του. Στη συνέχεια εφαρμόστηκε η μέθοδος της ανάλυσης φασματικής ισχύος
στις χρονοσειρές των πλατών των 3 αρμονικών όρων με σκοπό να αποκαλυφθούν στατιστικά σημαντικές περιοδικότητες. Τα
αποτελέσματα έδειξαν ότι οι στατιστικά σημαντικές περιοδικότητες έχουν περιόδους από 2 έως 3 μήνες.
Ταξινόμηση των τύπων ουρανού στην περιοχή της νοτίου Αγγλίας κατά τη χειμερινή περίοδο του έτους.
Μελετώνται οι συνθήκες φυσικού φωτισμού που επικρατούν στην περιοχή του σταθμού Garston της νοτίου Αγγλίας (51.71°Β, 0.38°Δ).
Η μελέτη αυτή βασίστηκε στην ταξινόμηση των 15 πρότυπων τύπων ουρανού που δόθηκε από τους Kittler, Perez και Darula. Οι 15 τύποι
ουρανού απεικονίζονται σε αντίστοιχα διαγράμματα του λόγου της ζενιθίας λαμπρότητας προς το διάχυτο οριζόντιο φωτισμό συναρτήσει
του ύψος του Ηλίου. Τα δεδομένα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα μελέτη, είναι ο διάχυτος οριζόντιος φωτισμός, ο ολικός
οριζόντιος φωτισμός, η ζενιθία λαμπρότητα, η άμεση ηλιακή ακτινοβολία και το ύψος του Ηλίου, για το χρονικό διάστημα 10/1991-3/1992
(χειμερινή περίοδος). Η ταξινόμηση των παρατηρήσεων στους 15 τύπους ουρανού έγινε για τις παρακάτω δύο περιπτώσεις: α) Για ύψος
Ηλίου άνω των 5° και μικρότερο ή ίσο των 35°, όπου οι θεωρητικές καμπύλες δεν τέμνονται. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος της ζενιθίας
λαμπρότητας προς το διάχυτο φωτισμό της κάθε παρατήρησης συγκρίθηκε με τους αντίστοιχους λόγους των 15 θεωρητικών τύπων
ουρανού, για το ίδιο ύψος Ηλίου και η παρατήρηση ταξινομήθηκε στον τύπο ουρανού με την πλησιέστερη τιμή. β) Για όλα τα ύψη Ηλίου
άνω των 5°. Στην περίπτωση αυτή επειδή οι θεωρητικές καμπύλες συγκλίνουν και τελικά τέμνονται, έγινε ταξινόμηση της κάθε
παρατήρησης σε έναν από τους 15 τύπους ουρανού, μόνο όταν η τιμή του λόγου του διάχυτου φωτισμού προς τη ζενιθία λαμπρότητα,
βρίσκεται μέσα στη ζώνη του ±2.5% εκατέρωθεν της θεωρητικής καμπύλης που περιγράφει τη συγκεκριμένη κατηγορία ουρανού.
Στην περίπτωση ταξινόμησης μιας παρατήρησης σε περισσότερους από έναν τύπους ουρανού, συγκρίθηκε ο λόγος του ολικού
φωτισμού προς τον εξωατμοσφαιρικό φωτισμό, της παρατήρησης, με τους μέσους λόγους των διαφόρων τύπων ουρανού
(όπως προκύπτουν από όλες τις παρατηρήσεις), για το συγκεκριμένο ύψος Ηλίου και η ταξινόμηση έγινε στον τύπο ουρανού με την
πλησιέστερη τιμή. Από την παραπάνω μελέτη προέκυψε ότι ο επικρατέστερος τύπος ουρανού στην περιοχή της νοτίου Αγγλίας είναι
ο τύπος 2 (Ι.2), ο οποίος αντιστοιχεί σε νεφοσκεπή ουρανό με απότομη διαβάθμιση της λαμπρότητας και ελαφρώς λαμπρότερος προς
την περιοχή που βρίσκεται ο Ήλιος.
Sky luminance distribution in central Europe and the Mediterranean area during the winter period.
Στην εργασία αυτή χρησιμοποιούνται 5-λεπτα δεδομένα ολικής και διάχυτης ακτινοβολίας, φωτισμού και
ζενιθείας λαμπρότητος από την Αθήνα και την Μπρατισλάβα για μια περίοδο 5 ετών και ορίζονται οι επικρατούσες κατανομές ουράνιας
λαμπρότητας για τις δύο περιοχές κατά τη χειμερινή περίοδο έτους. Η ταξινόμηση σε 15 τύπους ουρανού γίνεται με βάση το λόγο
της ζενιθείας λαμπρότητας προς τον διάχυτο φωτισμό για κάθε ύψος ηλίου. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται SSLD και εφαρμόζεται για
πρώτη φορά. Βρέθηκε ότι ο πιο συχνός τύπος ουρανού στην Μπρατισλάβα είναι ο Ι.2 (νεφοσκεπής με έντονη διαβάθμιση λαμπρότητος
και κάποια μεγαλύτερη λαμπρότητα προς την περιοχή που βρίσκεται ο ήλιος) ενώ στην Αθήνα είναι ο V.5 (ανέφελος ρυπασμένος ουρανός
με μεγάλη ηλιακή κορώνα). Ανάλυση για διαφορετικά ύψη ηλίου απεκάλυψε ότι η κατανομή συχνοτήτων των 15 τύπων ουρανού
παρουσιάζεται η ίδια για κάθε ύψος ηλίου.
Weather conditions and sudden sensorineural hearing loss.
Στην εργασία αυτή εξετάσθηκε η σχέση της οξείας απώλειας της ακοής και μετεωρολογικών παραμέτρων όπως η θερμοκρασία,
η υγρασία και η ατμοσφαιρική πίεση. Εξετάσθηκε επίσης η σχέση της πάθησης με τις μεταβολές ή/και τις συμμεταβολές των
μετεωρολογικών παραμέτρων. Συνολικά 82 ασθενείς εισήχθησαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο σε μια περίοδο 5 ετών.
Τα μετεωρολογικά δεδομένα αποτελούνται από ημερήσιες τιμές 13 παραμέτρων οι οποίες κατεγράφησαν στο Μετεωρολογικό Σταθμό
του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων την ίδια περίοδο. Οι σχέσεις πάθησης - μετεωρολογικών παραμέτρων εξετάσθηκαν με τη
χρήση πινάκων συναφείας και με τις μεθόδους t-test, ANOVA και logistic regression. Eπιπροσθέτως εξετάσθηκε η
επίδραση διαφόρων τύπων καιρού στην πάθηση με τη χρήση των μεθόδων Factor και Cluster Analysis, οι οποίες απεκάλυψαν
τους οκτώ επικρατούντες τύπους καιρού στην περιοχή των Ιωαννίνων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπάρχει καμία επίδραση
του καιρού της περιοχής των Ιωαννίνων στην εμφάνιση της νόσου της οξείας απώλειας ακοής.
Air pollution levels in Athens during winter weather types.
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να ορισθούν χαρακτηριστικοί τύποι καιρού για την περιοχή των Αθηνών για τη χειμερινή περίοδο του έτους και για τους τύπους αυτούς, να υπολογιστούν τα επίπεδα συγκέντρωσης των κύριων ρύπων. Για κάθε τύπο καιρού υπολογίζεται η μέση κατανομή της ατμοσφαιρικής πίεσης πάνω από την Ευρώπη με σκοπό να αποκαλυφθεί η σχέση μεταξύ της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας και των επιπέδων ρύπανσης στο κέντρο της πόλης των Αθηνών. Τα δεδομένα είναι ημερήσιες τιμές 13 μετεωρολογικών παραμέτρων και 6 παραμέτρων ρύπανσης για την ψυχρή περίοδο του έτους (Νοέμβριος-Μάρτιος) για την περίοδο 1993-97. Ο ορισμός των τύπων καιρού επιτυγχάνεται αντικειμενικά με τη χρήση των μεθόδων Factor Analysis και Cluster Analysis. Κατ' αρχάς, Factor Analysis εφαρμόζεται στα μετεωρολογικά δεδομένα με σκοπό να μειωθεί η διαστατικότητά τους με την αντικειμενική ομαδοποίηση των παραμέτρων που συμμεταβάλλονται ως προς το χρόνο. Στη συνέχεια Cluster Analysis εφαρμόζεται στις χρονοσειρές των scores με σκοπό να ορισθούν ομάδες ημερών με παρόμοιο καιρό. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι κατά την ψυχρή περίοδο του έτους οι επικρατούντες τύποι καιρού (τουλάχιστον 3% του συνολικού αριθμού των ημερών) είναι 6. Η εξέταση των επιπέδων ρύπανσης κατά τη διάρκεια αυτών των τύπων καιρού έδειξε ότι οι πρωτεύοντες ρύποι εμφανίζουν αυξημένες συγκεντρώσεις σε περιπτώσεις άπνοιας ή ασθενών νότιων ανέμων, οι οποίες παρατηρούνται όταν αντικυκλωνικές συνθήκες επικρατούν πάνω από την κεντρική Μεσόγειο ή όταν ένα σύστημα χαμηλών πιέσεων βρίσκεται πάνω από τη νότια Ιταλία, αντίστοιχα. Χαμηλά επίπεδα πρωτευόντων ρύπων σημειώνονται όταν επικρατούν βορειοανατολικοί άνεμοι οι οποίοι συνήιως οφείλονται σε σύστημα υψηλών πιέσεων στην περιοχή της Ουκρανίας. Πολύ υψηλές συγκεντρώσεις δευτερευόντων ρύπων στο κέντρο της Αθήνας σπανίως παρατηρούνται δεδομένου ότι οι δευτερεύοντες ρύποι καταστρέφονται από την αντίδρασή τους με τους πρωτεύοντες.
Effect of meteorological parameters on acute laryngitis in adults.
Στη μελέτη αυτή ερευνάται η μηνιαία κατανομή περιστατικών οξείας λαρυγγίτιδας και η επίδραση των μετεωρολογικών παραγόντων στη συχνότητα εμφάνισης της νόσου στο νομό Ιωαννίνων σε ημερήσια βάση. Η μελέτη περιλαμβάνει 825 περιπτώσεις που σημειώθηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων από το 1995 έως το 1999. Οι μετεωρολογικές παράμετροι που χρησιμοποιούνται είναι η θερμοκρασία (ελαχίστη, μέση, μεγίστη, ημερήσιο θερμομετρικό εύρος κλπ), η υγρασία (σχετική, τάση υδρατμών κλπ) και η ατμοσφαιρική πίεση καθώς και οι από ημέρα σε ημέρα μεταβολές τους. Κατ’ αρχάς εξετάζεται η σχέση καθεμιάς εκ των μετεωρολογικών παραμέτρων χωριστά με την συχνότητα εμφάνισης της νόσου με τη χρήση πινάκων συνάφειας. Στη συνέχεια οι 1825 ημέρες της πενταετίας χωρίζονται σε ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά καιρού με τη χρήση των μεθόδων Factor Analysis and Cluster Analysis. Για κάθε ομάδα ημερών υπολογίζεται ο αριθμός και η συχνότητα των περιστατικών και αναζητείται στατιστικά σημαντική επίδραση του καιρού στην εμφάνιση της νόσου. Στη μηνιαία κατανομή παρατηρήθηκε μέγιστη συχνότητα περιστατικών τον Μάρτιο και ελάχιστη τον Αύγουστο. Απεκαλύφθη ότι η συχνότητα της νόσου παρουσιάζεται αυξημένη όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες, μικρό ημερήσιο θερμομετρικό εύρος, μικρές τιμές τάσης υδρατμών, χαμηλή ατμοσφαιρική πίεση και όταν σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα παρατηρούνται μεγάλη μεταβολή στη μέγιστη θερμοκρασία και μείωση στην ατμοσφαιρική πίεση. Επιπροσθέτως διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική επίδραση των τύπων καιρού στην συχνότητα εμφάνισης της νόσου. Η μεγαλύτερη συχνότητα παρατηρήθηκε το χειμώνα και ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια ημερών με υψηλή υγρασία.
Seasonal water quality of shallow and eutrophic Lake Pamvotis, Greece: implications for restoration.
Η Παμβώτιδα είναι μια μέσου μεγέθους (22 km**2), ρηχή (μέσο βάθος 4m) λίμνη της ΒΔ Ελλάδας, η οποία εμφανίζει πολυμικτική κατάσταση διαστρωμάτωσης. Η λίμνη βρίσκεται σε κατάσταση ευτροφισμού τα τελευταία 40 έτη και συνεχίζει να εμφανίζεται ευτροφική (ετήσιοι μέσοι όροι διαλ. FRP=0.07 mg P L**-1, TP=0.11 mg P L**-1, NH4+=0.25 mg N L**-1, NO3-=0.56 mg N L**-1). Οι συγκεντρώσεις των FRP και NH4 συσχετίζονται με την εξωτερική τροφοδοσία που προέρχεται από εισροές κατά την διάρκεια της περιόδου των βροχοπτώσεων (χειμώνα, άνοιξη) και με την εσωτερική τροφοδοσία (δηλαδή από το ίζημα) κατά την περίοδο της θερινής διαστρωμάτωσης. Άνθιση φυτοπλαγκτονικών οργανισμών παρατηρήθηκε την θερινή περίοδο (επικράτηση χλωροφυκών τον Ιούλιο-Αύγουστο και κυανοφυκών τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο), την περίοδο του φθινοπώρου (επικράτηση κυανοφυκών και διατόμων) όπως επίσης την χειμερινή περίοδο (παρουσία διατόμων το μήνα Φεβρουάριο). Την περίοδο της άνοιξης (Μάρτιος-Ιούνιος) δεν παρουσιάσθηκε έξαρση του φυτοπλαγκτού. Περιοριστικοί παράγοντες της αύξησης του φυτοπλαγκτού ήταν το Ν και ο P που εναλλάσσονταν στη διάρκεια σύντομων χρονικά περιόδων. Σε περιόδους μικρής διαπερατότητας (διαφάνεια δίσκου Secchi μεταξύ 60-80cm) , το φως αποτέλεσε περιοριστικό παράγοντα επίσης. Όσον αφορά στους ζωοπλαγκτονικούς οργανισμούς, τα τροχόζωα εμφάνισαν υψηλότερη αφθονία από τα μέσα του θέρους μέχρι τις αρχές φθινοπώρου, τα κωπήποδα την άνοιξη και τα κλαδοκεραιωτά εμφάνισαν την χαμηλότερη αφθονία το καλοκαίρι. Η απομάκρυνση των βιομηχανικών και αστικών σημειακών πηγών ρύπανσης την προηγούμενη δεκαετία είχαν ως αποτέλεσμα την ταχεία ελάττωση του φωσφόρου. Ένα ισοζύγιο συγκέντρωσης φωσφόρου το οποίο έλαβε υπ’ όψιν την εξωτερική προς την εσωτερική τροφοδοσία φωσφόρου, αποδεικνύει ότι επιπλέον μείωση της εξωτερικής τροφοδοσίας (εισροών), κυρίως από τις γεωργικές δραστηριότητες της λεκάνης απορροής, θα ελαττώσει περαιτέρω τα επίπεδα φωσφόρου (στην λίμνη). Επίσης η επαγγελματική αλιεία και ο υπάρχων ιχθυογεννητικός σταθμός έχουν τη δυνατότητα να ελέγξουν την υπέρμετρη αύξηση του φυτοπλαγκτού, εφαρμόζοντας μέτρα βιοδιαχείρισης.
Weather conditions and Bell’s palsy: Five-year study and review of literature.
Μελετάται η επίδραση των μετεωρολογικών παραμέτρων, όπως η θερμοκρασία, η υγρασία, η ατμοσφαιρική πίεση κλπ και οι μεταβολές και συμμεταβολές τους στην εμφάνιση της παράλυσης του προσωπικού νεύρου και παρουσιάζεται μία ανασκόπηση της βιβλιογραφίας πάνω στο θέμα αυτό.
Τα ιατρικά δεδομένα αποτελούνται από 171 περιστατικά τα οποία παρουσιάστηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο κατά την διάρκεια μιας πενταετίας. Τα μετεωρολογικά δεδομένα αποτελούνται από ημερήσιες τιμές 13 παραμέτρων καταγραφέντων στο μετεωρολογικό σταθμό του Παν/μίου Ιωαννίνων κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου. Η σχέση καθεμιάς παραμέτρου με την συχνότητα εμφάνισης της νόσου διερευνήθηκε με την εφαρμογή του χ2 τεστ σε 13 πίνακες συνάφειας. Επίσης με χ2 τεστ εξετάστηκε και η επίδραση 8 τύπων καιρού στην εμφάνιση της νόσου. Οι 8 τύποι καιρού της περιοχής των Ιωαννίνων ορίστηκαν με την εφαρμογή των μεθόδων Factor Analysis και Cluster Analysis στις χρονοσειρές των μετεωρολογικών δεδομένων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική (επίπεδο 95%) επίδραση καμιάς μετεωρολογικής παραμέτρου και κανενός τύπου καιρού στην συχνότητα εμφάνισης της νόσου.
Spatial and temporal 850hPa air temperature and SST covariances in
the Mediterranean region and their connection to atmospheric circulation.
Στην εργασία αυτή, μελετώνται οι χωρο-χρονικές συνδιακυμάνσεις των θερμοκρασιών
της κατώτερης τροπόσφαιρας και της επιφάνειας της θάλασσας πάνω από την περιοχή της Μεσογείου,
για την περίοδο 1958-98. Χρησιμοποιούνται μηνιαίες τιμές θερμοκρασίας του αέρα στη στάθμη των
850hPa σε σημεία πλέγματος 2.5x2.5 και θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας σε πλεγματικά τετράγωνα
5x5 για το χειμώνα και το θέρος. Κατ’ αρχάς εφαρμόσθηκε Παραγοντική Ανάλυση (Factor Analysis)
και στις δύο ομάδες των χρονοσειρών, ώστε να μειωθεί το μεγάλο πλήθος των αρχικών μεταβλητών
και στη συνέχεια, εφαρμόσθηκε η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης (Canonical Correlation Analysis),
από την οποία προέκυψαν ένα ζεύγος κανονικών μεταβλητών για το χειμώνα και δύο για το καλοκαίρι. Για το χειμώνα διαπιστώθηκε μια τηλεσύνδεση (see-saw teleconnection) δυτικής
Ευρώπης - ανατολικής Μεσογείου στη στάθμη των 850hPa, η οποία αντιστοιχεί σε μια ασθενέστερη τηλεσύνδεση στη θάλασσα μεταξύ κεντροδυτικής και ανατολικής Μεσογείου. Η συσχέτιση θερμοκρασίας αέρα και θάλασσας είναι ισχυρότερη στο ανατολικό τμήμα. Το θέρος, το πρώτο ζεύγος κανονικών μεταβλητών απεκάλυψε συμμεταβολή θερμοκρασίας αέρα και θάλασσας στη δυτική Μεσόγειο, ενώ το δεύτερο συμμεταβολή στην ανατολική Μεσόγειο χωρίς την ύπαρξη οριζόντιας τηλεσύνδεσης. Εν συνεχεία, η ίδια διαδικασία επαναλήφθηκε με χρονική υστέρηση ενός μηνός. Τα αποτελέσματα είναι στατιστικά σημαντικά μόνο για το χειμώνα και μόνο για υστέρηση της θερμοκρασίας της θάλασσας έναντι του αέρα και οδηγούν στα ίδια συμπεράσματα, όπως της αρχικής ανάλυσης.
Διαπιστώνεται δηλαδή, η ύπαρξη εμμονής στη θερμοκρασία της επιφάνειας θάλασσας τους χειμερινούς μήνες.
An objective assessment of the relation between meteorological parameters and the main air pollutants in Athens on a daily basis.
Σκοπός της εργασίας είναι να αποκαλύψει σχέσεις μεταξύ των μετεωρολογικών παραμέτρων και των συγκεντρώσεων των κύριων ρύπων στην Αθήνα. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται είναι ημερήσιες τιμές για 8 ρύπους και για 14 μετεωρολογικές παραμέτρους για την ψυχρή και για την θερμή περίοδο του έτους (Νοέμβριος-Μάρτιος και Μάιος-Σεπτέμβριος αντίστοιχα) και για τα έτη 1993-97. Εφαρμόστηκε η μέθοδος Factor Analysis (P-mode) για να ομαδοποιηθούν αντικειμενικά παράμετροι που παρουσιάζουν κοινή διακύμανση ως προς το χρόνο. Έτσι οι 22 παράμετροι μειώθηκαν σε 3 factors για την ψυχρή περίοδο και 4 για τη θερμή. Συνεπώς οι τελικοί 3 ή 4 factors μπορούν να θεωρηθούν ώς οι κύριοι παράγοντες που διαμορφώνουν τον καιρό και την ποιότητα του αέρα στην περιοχή των Αθηνών. Η ταχύτητα του ανέμου είναι η βασική παράμετρος η οποία σχετίζεται με τη συγκέντρωση ρύπων στο λεκανοπέδιο της Αττικής καθόλη τη διάρκεια του έτους. Ο ρόλος της διεύθυνσης του ανέμου παρουσιάζεται ισχυρότερος κατά τη θερμή περίοδο. Οι δευτερεύοντες ρύποι (όζον) ελέγχονται από τους πρωτεύοντες κυρίως κατά τη διάρκεια του θέρους.
The influence of meteorological parameters on the frequency of epistaxis.
Ερευνάται η επίδραση της θερμοκρασίας, της ατμοσφαιρικής πίεσης και της υγρασίας στη συχνότητα εφάνισης ρινορραγιών. Η μελέτη αναφέρεται σε 701 ασθενείς οι οποίοι επισκέφθηκαν το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο των Ιωαννίνων κατά τα έτη 1995 και 1996. Οι στατιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι απλή γραμμική συσχέτιση και stepwise regression analysis. Τα αποτελέσματα της απλής συσχέτισης έδειξαν ότι ο αριθμός των ρινορραγιών ανά ημέρα εξαρτάται από τη θερμοκρασία (μέση, μέγιστη, ελάχιστη) και από την τάση των υδρατμών της ατμόσφαιρας. Οι στατιστικά σημαντικοί συντελεστές συσχέτισης υποδεικνύουν μια επίδραση του καιρού στις ρινορραγίες έως και 9% της ολικής διακύμανσης. Tα ποσοστά αυτά αυξήθηκαν με την stepwise regression analysis σε 10% για τη θερμή περίοδο και σε 20% για την ψυχρή περίοδο του έτους.
An evaluation of the nature and timing of summer human thermal discomfort in Athens, Greece.
Επιχειρείται μια εκτίμηση του κλίματος δυσφορίας κατά το καλοκαίρι (Iούνιος-Σεπτέμβριος) στην περιοχή των Αθηνών για την περίοδο 1966-95 με τη χρήση του δείκτου PMV. Η περίοδος μέγιστης δυσφορίας διαρκεί κατά μέσον όρο 4-6 ώρες ημερησίως (με κέντρο τις 14:00 LST) για ένα 20ήμερο περί το τέλος Ιουλίου. Η μελέτη έγινε τόσο για θερμά καλοκαίρια όσο και για ψυχρά και απεδείχθη ότι τιμές αυτές διαφέρουν σημαντικά από έτος σε έτος. Η μελέτη των χρονοσειρών της διάρκειας της δυσφορίας έδειξε ότι υπάρχει μια στατιστικά σημαντική τάση για αύξησή της κατά τα τελευταία χρόνια.
Daylight climate specification based on Athens and Bratislava data. Comparison of daylight conditions.
Aναλύονται δεδομένα φωτισμού σε οριζόντιο επίπεδο και ζενιθείας λαμπρότητας για την Αθήνα και την Μπρατισλάβα (Σλοβακία). Οι μετρήσεις είναι 5λεπτες και καλύπτουν μια περίοδο 5 ετών. Διαπιστόθηκε ότι η συχνότητα εμφάνισης των 15 τύπων ουρανού που έχουν γίνει αποδεκτοί από την Διεθνή Επιτροπή Φωτισμού, διαφέρει σημαντικά μεταξύ των δύο περιοχών τόσο σε εποχική όσο και σε ετήσια βάση. Οι στατιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν για οποιαδήποτε περιοχή διαθέτει μακρά χρονοσειρά δεδομένων φωτισμού και λαμπρότητας
Winter temperature covariances in the middle and the lower
Troposphere over Europe and the north Atlantic ocean.
Στην εργασία αυτή μελετώνται η μεταβλητότητα και η συμμεταβλητότητα της θερμοκρασίας του
χειμώνα στη μέση και κατώτερη Τροπόσφαιρα πάνω από την Ευρώπη και το Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό. Οι
διακυμάνσεις της θερμοκρασίας στη μέση και κατώτερη Τροπόσφαιρα εξετάζονται μέσω α) του πάχους των
στρωμάτων μεταξύ των ισοβαρικών επιφανειών 500-700hPa και 700-1000hPa και β) της θερμοκρασίας του
αέρα στις ισοβαρικές επιφάνειες 500hPa και 700hPa. Αρχικά η μέθοδος Factor Analysis εντόπισε περιοχές με
χαρακτηριστική μεταβλητότητα της θερμοκρασίας σε κάθε στρώμα (και σε κάθε ισοβαρική επιφάνεια) και στη
συνέχεια η Canonical Correlation Analysis απεκάλυψε περιοχές και στα δύο στρώματα (και στις δύο ισοβαρικές
επιφάνειες) που παρουσιάζουν κοινές θερμοκρασιακές διακυμάνσεις. Μία τηλεσύνδεση (seesaw) μεταξύ Βορείου
Ευρώπης και Δυτικής Ασίας απεκαλύφθη και για τα δύο στρώματα και τις δύο ισοβαρικές επιφάνειες, πράγμα το
οποίο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι θερμοκρασιακές διακυμάνσεις σ’ αυτές τις περιοχές είναι κοινές (διαδίδονται)
κατά την κατακόρυφο. Μια άλλη, σαφώς καθορισμένη περιοχή, εμφανιζόμενη και στις δύο αναλύσεις, είναι η
περιοχή της θάλασσας του Labrador. Η περιοχή αυτή επίσης τηλεσυνδέεται με άλλες περιοχές, αλλά όχι τόσο
ξεκάθαρα σε κάθε ύψος. Τα παραπάνω μπορούν να αποδοθούν στο Eurasian pattern και στη North Atlantic
Oscillation αφού οι ταλαντώσεις αυτές είναι υπεύθυνες για μεγάλες ανταλλαγές αερίων μαζών στην παραπάνω
περιοχή οι οποίες παρατηρούνται τόσο στην κατώτερη όσο και στη μέση Τροπόσφαιρα.
Prakticke pouzitie novych CIE oblohovych standardov
(Practical using of the new CIE sky standards).
Currently daylight calculations for design and evaluation are based on the CIE overcast sky
conditions. Because criteria for design validation are expressed in relative units, i.e.
daylight factor DF, it is difficult to determine the level of interior illuminance.
The new algorithms used for the calculation of sky luminance distributions in the relative or
absolute units enable to determine also the expected absolute sky illuminance. The two
examples presented show the detail procedures for calculating the skylight horizontal illuminance
in specified places on the interior working plane expressed in DF values or in lux units under overcast
and clear day conditions.
Μελέτη της ενδο-ετήσιας πορείας και της διανομής του υετού στον
ελληνικό χώρο σε 10-ήμερη βάση.
Μελετάται η μέση ενδο-ετήσια πορεία (1 Σεπτεμβρίου - 30 Ιουνίου) του υετού καθώς και
η διανομή του στον ελληνικό χώρο, χρησιμοποιώντας μέσα 10ήμερα ύψη βροχής (1961-1997).
Για την ενδο-ετήσια πορεία, εφαρμόστηκε Factor Analysis τύπου S, η οποία έδωσε δύο ομάδες
σταθμών (δύο factors) με κοινή τυπική ενδο-ετήσια πορεία ύψους υετού. Η πρώτη περιλαμβάνει
τις θαλάσσιες περιοχές, όπου η ενδο-ετήσια πορεία του υετού παρουσιάζει ένα μάλλον ευρύ
μέγιστο κατά τον Ιανουάριο (τυπικό Μεσογειακό κλίμα). Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει τις
βόρειες ηπειρωτικές περιοχές, όπου ο υετός παρουσιάζει ένα κύριο μέγιστο κατά το Νοέμβριο
και ένα δευτερεύον περί το τέλος Μαΐου. Μερικοί σταθμοί κοντά στα παράκτια της ηπειρωτικής
Ελλάδας, δεν κατατάσσονται ακριβώς σε καμία ομάδα, δεχόμενοι τη θαλάσσια επίδραση ασθενέστερα
από αυτούς της πρώτης ομάδας. Για τη διανομή του υετού, εφαρμόστηκε Factor Analysis τύπου T
και ομαδοποιήθηκαν 10ήμερα τα οποία παρουσιάζουν κοινό τύπο χωρικής κατανομής του ύψους του
υετού. Η ανάλυση έδωσε 3 factors. Ο 1ος (10 Δεκεμβρίου - 20 Μαρτίου) παρουσιάζει μέγιστο ύψος
υετού κατά μήκος των δυτικών προσήνεμων της Πίνδου καθώς και κατά μήκος του ανατολικού
Αιγαίου. Ο 2ος factor (10 Απριλίου - 30 Ιουνίου) σημειώνει μέγιστο πάνω από τις ηπειρωτικές
περιοχές. Τέλος, ο 3ος (20 Σεπτεμβρίου - 31 Οκτωβρίου) έχει το μέγιστο στο βόρειο Ιόνιο και
πιθανότατα στα παράκτια της Αλβανίας και το ελάχιστο στο ανατολικό Αιγαίο. Δηλαδή, ως προς
τον υετό, η ελληνική περιοχή χαρακτηρίζεται από τρεις “εποχές”.
Συνδιακυμάνσεις των θερμοκρασιών της κατώτερης Τροπόσφαιρας και της
επιφάνειας θάλασσας στην περιοχή της Μεσογείου.
Στην εργασία αυτή, μελετώνται οι χωρο-χρονικές συνδιακυμάνσεις των θερμοκρασιών της κατώτερης
τροπόσφαιρας και της επιφάνειας της θάλασσας πάνω από την περιοχή της Μεσογείου, για την περίοδο 1958-98.
Χρησιμοποιούνται μηνιαίες τιμές θερμοκρασίας του αέρα στη στάθμη των 850hPa σε σημεία πλέγματος 2.5x2.5
και θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας σε πλεγματικά τετράγωνα 5x5 για το χειμώνα και το θέρος. Κατ’ αρχάς
εφαρμόσθηκε Παραγοντική Ανάλυση (Factor Analysis) και στις δύο ομάδες των χρονοσειρών, ώστε να μειωθεί το
μεγάλο πλήθος των αρχικών μεταβλητών και στη συνέχεια, εφαρμόσθηκε η Ανάλυση Κανονικής Συσχέτισης
(Canonical Correlation Analysis), από την οποία προέκυψαν ένα ζεύγος κανονικών μεταβλητών για το χειμώνα
και δύο για το καλοκαίρι. Για το χειμώνα διαπιστώθηκε μια τηλεσύνδεση (see-saw teleconnection) δυτικής
Ευρώπης - ανατολικής Μεσογείου στη στάθμη των 850hPa, η οποία αντιστοιχεί σε μια ασθενέστερη τηλεσύνδεση
στη θάλασσα μεταξύ κεντροδυτικής και ανατολικής Μεσογείου. Η συσχέτιση θερμοκρασίας αέρα και θάλασσας
είναι ισχυρότερη στο ανατολικό τμήμα. Το θέρος, το πρώτο ζεύγος κανονικών μεταβλητών απεκάλυψε συμμεταβολή
θερμοκρασίας αέρα και θάλασσας στη δυτική Μεσόγειο, ενώ το δεύτερο συμμεταβολή στην ανατολική Μεσόγειο
χωρίς την ύπαρξη οριζόντιας τηλεσύνδεσης. Εν συνεχεία, η ίδια διαδικασία επαναλήφθηκε με χρονική υστέρηση
ενός μηνός. Τα αποτελέσματα είναι στατιστικά σημαντικά μόνο για το χειμώνα και μόνο για υστέρηση της
θερμοκρασίας της θάλασσας έναντι του αέρα και οδηγούν στα ίδια συμπεράσματα, όπως της αρχικής ανάλυσης.
Διαπιστώνεται δηλαδή, η ύπαρξη εμμονής στη θερμοκρασία της επιφάνειας θάλασσας τους χειμερινούς μήνες.
Sea surface temperature-850hPa relative vorticity relations in the
Mediterranean region during winter.
Στην εργαία αυτή αναζητήθηκε σχέση μεταξύ
του σχετικού στροβιλισμού στη στάθμη των 850 hPa και των χειμερινών θερμοκρασιών της
επιφάνειας θάλασσας της Μεσογείου κατά τα τελευταία 40 χρόνια. Για το σκοπό αυτό, κατ' αρχάς
εφαρμόστηκε factor analysis και στα δύο σετ των δεδομένων και στη συνέχεια canonical
correlation analysis επί των factor scores. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχει μόνο ένα
στατιστικά σημαντικό κανονικό ζεύγος το οποίο συνδέει το σχετικό στροβιλισμό πάνω από την
κεντρική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή με τη θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας πάνω
από το Αιγαίο και τη θάλασσα Alboran. Υψηλές τιμές σχετικού στροβιλισμού πάνω από τη Μέση
Ανατολή συνδυάζονται με χαμηλές τιμές σχετικού στροβιλισμού πάνω από την κεντρική Μεσόγειο
και συνεπάγονται υψηλές τιμές θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας στην περιοχή Alboran και
χαμηλές τιμές θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας πάνω από το Αιγαίο (και το αντίστροφο).
Αυτό το φαινόμενο see-saw έχει παρουσιάσει τα τελευταία 40 χρόνια μια μονόπλευρη τάση
η οποία αντιστοιχεί σε ισχυρότερους ή/και συχνότερους αντικυκλώνες εμποδισμού πάνω από
την κεντρική Μεσόγειο, οι οποίοι είναι υπέυθυνοι για τη μείωση των βροχοπτώσεων που
παρατηρήθηκαν πάνω από τη Ν. Ιταλία και τα Βαλκάνια κατά την ίδια περίοδο.
Charakteristika svetelnej klimy pre prosudzovanie dennej osvetlenosti
(Light climate characteristics for daylighting evaluations).
The characteristics of daylight climate can be determined either by measurements or by alternative calculations.
At the CIE IDMP stations in various countries all over the world are recorded regularly data of illuminance and zenith luminance in one or five minute intervals.
Such stations are working in Bratislava and Athens too. The evaluation of long time measurements can show the variation of characteristic daylight situation during every season. Currently used methods for daylight climate studies explain especially the illuminance availability and variability.
The daylight composition including sunlight and skylight assumes a specific attention to the luminance distribution on the sky vault. There is a tendency to describe mathematically every sky pattern by commonly measured parameters.
Research results of the scanned luminance distribution show the changing characteristic states which make possible to model fifteen types and to describe them by sun height γs, diffuse Dv and global Gv illuminance as well as zenith luminance Lz.
When the parametrisation Lz/Dv and Gv/Ev (where Ev is the extraterrestrial horizontal illuminance) is used then simple tools can be obtained for a suitable separation of daylight states with sunlight or without sunlight including also overcast and partly cloudy situations.
The presented method was used for the comparison of daylight climate in Bratislava to that of Athens during months with maximal and minimal sunshine duration. Evaluated 5 minute data for 1994 can show already considerable differences between both climates and results in requirement differentiation for daylight design in buildings in accordance with local conditions.
A statistical study of precipitation in NW Greece.
Xρησιμοποιώντας μέσες μηνιαίες τιμές βροχής σε 54 σταθμούς της Bορειοδυτικής Eλλάδος μελετάται κατ' αρχάς η ετήσια πορεία της βροχής με τη μέθοδο Fourier. Bρέθηκε ότι δύο αρμονικοί όροι περιγράφουν ικανοποιητικά την ετήσια πορεία της βροχής καθώς καλύπτουν περίπου το 90% της ολικής διακύμανσης. O πρώτος αρμονικός παρουσιάζει μέγιστο από τα τέλη Δεκεμβρίου (παράκτια) μέχρι τις αρχές Iανουαρίου (ηπειρωτικά) και οφείλεται κυρίως στην υφεσιακή δράση. O δεύτερος αρμονικός έχει μέγιστα τον Mάιο και τον Nοέμβριο με μια επίσης καθυστέρηση προς τα ηπειρωτικά και οφείλεται κυρίως στη στατική αστάθεια. Eν συνεχεία, με τη μέθοδο Factor Analysis (T-mode), οι 12 μήνες του έτους κατατάσσονται σε ομάδες (factors) με βάση την κατανομή της βροχής στο χώρο. Bρέθηκαν δύο factors στατιστικά σημαντικοί, oι οποίοι ερμηνεύουν το 88.5% της ολικής διακύμανσης. Tα scores της ανάλυσης δείχνουν ότι η Bορειοδυτική Eλλάδα χαρακτηρίζεται τελικά από τέσσερα διαφορετικά καθεστώτα βροχής που οφείλονται στο συνδυασμό της υφεσιακής δράσης, της ορογραφίας και της απόστασης από τη θάλασσα.
Βιοκλιματική μελέτη Βορειοδυτικής Ελλάδας.
Μελετάται το θερμικό περιβάλλον του ανθρώπου στη Βορειοδυτική Ελλάδα με τον υπολογισμό των βιοκλιματικών δεικτών DI, Teq, PMV, TSENS και ET*. Χρησιμοποιούνται μέσες μηνιαίες τιμές θερμοκρασίας, υγρασίας και ατμοσφαιρικής πίεσης από την Κέρκυρα και τα Ιωάννινα για τους θερμούς μήνες του έτους και για περίοδο 30 ετών. Για τους δείκτες PMV, TSENS και ET* η μελέτη γίνεται για περιπτώσεις άπνοιας και ασθενούς ανέμου και αφορά άτομα ευρισκόμενα σε κλειστό χώρο και ενδεδυμένα με θερινή ενδυμασία. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει σημαντική διαφορά στη θερμική επιβάρυνση του ανθρώπινου οργανισμού μεταξύ Κέρκυρας και Ιωαννίνων λόγω διαφοράς στο υψόμετρο και την ηπειρωτικότητα. Η διαφορά αυτή γίνεται πιο αισθητή κατά τους μήνες Ιούνιο και Σεπτέμβριο και με την επίδραση του ανέμου.
Οι βιομετεωρολογικοί δείκτες PMV και TSENS για την περιοχή των Αθηνών κατά τη θερμή περίοδο του έτους.
Yπολογίζονται οι βιομετεωρολογικοί δείκτες PMV και TSENS για την Aθήνα. Oι υπολογισμοί έγιναν σε ωριαία βάση, για την θερμή περίοδο του έτους (Iούνιος-Σεπτέμβριος) και για το χρονικό διάστημα 1977-1995, για περιπτώσεις άπνοιας και ασθενούς ανέμου. Tα αποτελέσματα έδειξαν ότι κατά τα θερμά καλοκαίρια, τις μεσημβρινές ώρες της ημέρας, επικρατεί δυσφορία καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ κατά τα ψυχρά καλοκαίρια, η δυσφορία περιορίζεται στην περίοδο από τα μέσα Iουλίου μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του Aυγούστου περίπου. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι τιμές δυσφορίας των δεικτών παρουσιάζουν μέγιστη συχνότητα κατά την 14η ώρα (15η θερινή). Tέλος, βρέθηκε ότι ο άνεμος μειώνει το μέσο όρο των τιμών των δεικτών αλλά αυξάνει τις ακραίες τιμές τους.
Temporal variations of the harmonic analysis parameters of the annual pressure march over the Atlantic, the Mediterranean and Asia.
Στην παρούσα εργασία μελετώνται οι χρονικές μεταβολές των παραμέτρων της αρμονικής ανάλυσης της ετήσιας πορείας της πίεσης πάνω από τον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και την Ασία. Χρησιμοποιήθηκαν μέσες μηναίες τιμές πίεσης σε σημεία πλέγματος μεταξύ 35Β-50Β και 40Δ-110Α για την περίοδο 1873-1994. Η μέθοδος Factor Αnalysis απεκάλυψε τρεις αντιπροσωπευτικές περιοχές εντός των οποίων οι παραπάνω παράμετροι συμμεταβάλονται ως προς το χρόνο.
Βρέθηκε ότι πάνω από τον Ατλαντικό το μέγιστο του πρώτου αρμονικού, τα τελευταία χρόνια, εμφανίζεται ενωρίτερα. Βρέθηκε επίσης ότι τα τελευταία χρόνια το πλάτος του πρώτου αρμονικού αυξάνει πάνω από τη Μεσόγειο ενώ μειούται πάνω από τη Σιβηρία. Στις περισσότερες περιπτώσεις το σημείο καμπής εμφανίζεται περί το 1970. Οι αλλαγές αυτές οφείλονται σε μεταβολές της μέσης μηνιαίας τιμής πίεσης σε συγκεκριμένους μήνες του έτους. Ειδικότερα επισημένεται η τηλεσύνδεση που απεκαλύφθη μεταξύ Μεσογείου και Ατλαντικού κατά την άνοιξη. Τα τελευταία 50 χρόνια όταν η πίεση την άνοιξη είναι άνω του μέσου όρου πάνω από τον Ατλαντικό, είναι κάτω του μέσου όρου πάνω από τη Μεσόγειο και αντιστρόφως.
Analysis of the periodic variations of atmospheric pressure
over Greece.
Mελετάται η ετήσια και η ημερήσια μεταβολή της ατμοσφαιρικής πίεσης σε 3 ελληνικούς σταθμούς. Tην Θεσσαλονίκη, την Aθήνα και το Hράκλειο, για την περίοδο 1961-73. H ετήσια πορεία της πίεσης είναι διπλή με κύριο μέγιστο τον Oκτώβριο-Nοέμβριο και κύριο ελάχιστο τον Iούλιο. Διπλή παρουσιάζεται και η ημερήσια πορεία της με μέγιστα περί τις 10h και 22h και ελάχιστα περί τις 5h και 16h. Aρμονική ανάλυση έδειξε ότι η ημερήσια πορεία μπορεί να αναπαραχθεί καλά με 3 αρμονικούς όρους αφού ερμηνεύουν το 87% της ολικής διακύμανσης. Iσχυρότερος είναι παντού ο δεύτερος.
Estimation of the eddy
thermal diffusivity coefficient in water.
Yπολογίζεται ο θερμικός συντελεστής διάχυσης στο νερό. Tο πείραμα έγινε στη λίμνη Washington του Seattle των HΠA. H θερμοκρασία της επιφάνειας της λίμνης, η συχνότητα των κυμάτων καθώς και όλες οι άλλες μετεωρολογικές παράμετροι κατεγράφοντο συγχρόνως. Mετά την επεξεργασία των μετρήσεων, η τιμή του συντελεστού βρέθηκε περίπου 20x10**(-5 ) m**2/s. Λαμβάνοντες υπ' όψιν ότι ο συντελεστής αυτός εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, η τιμή αυτή θεωρείται ικανοποιητική.
Annual variation of pressure
over the Mediterranean area.
Mελετάται η ετήσια πορεία της πίεσης στην περιοχή της Mεσογείου με δεδομένα από 24 σταθμούς κατά την περίοδο 1951-1977. Oι αντικυκλώνες των Aζορών και της Σιβηρίας καθώς και το σύστημα χαμηλών πιέσεων της NΔ Aσίας είναι υπεύθυνα για τις παρατηρούμενες μεταβολές μέσα στο έτος σε κάθε σταθμό. Aρμονική ανάλυση έδειξε ότι η αναπαραγωγή της ετήσιας πορείας είναι καλύτερη για τους σταθμούς στους οποίους τα πλάτη των αρμονικών όρων ελαττώνονται ταχύτερα. Iσχυρότερος αρμονικός είναι ο πρώτος ο οποίος παρουσιάζει τα μεγιστά του από τον Oκτώβριο, στην κεντρική Mεσόγειο, έως τον Iανουάριο, στην Aνατολική και την Δυτική.
The annual
variation of pressure over the Northern Hemisphere.
Mελετάται η ετήσια κύμανση της πίεσης στο βόρειο ημισφαίριο με τη χρήση της Aρμονικής ανάλυσης. Tα δεδομένα είναι μέσες μηνιαίες τιμές σημείων πλέγματος για την περίοδο 1900-74. Bρέθηκαν δύο τύποι ετήσιας κύμανσης. O πρώτος αποτελείται από έναν αρμονικό μόνο και ο άλλος από δύο. O πρώτος επικρατεί στις μεγάλες ηπείρους με μέγιστο τον χειμώνα και ο άλλος στους ωκεανούς με μέγιστο το καλοκαίρι. Στον πρώτο τύπο ο πρώτος αρμονικός ερμηνεύει περί το 90% της ολικής διακύμανσης. O δεύτερος τύπος επικρατεί στις μεταβατικές ζώνες μεταξύ των ηπείρων και των ακτών και παρουσιάζει δεύτερο αρμονικό που ερμηνεύει περισσότερο του 10% της ολικής διακύμανσης.
Temperature fluctuations in the Mediterranean area during the last 120
years.
Mελετώνται οι μεταβολές της θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας της Mεσογείου από το 1873 και συγκρίνονται με τις αντίστοιχες της θερμοκρασίας αέρα σε μερικούς παράκτιους σταθμούς καθώς και συνολικά του βορείου ημισφαιρίου. Aντί για τις πραγματικές τιμές της θερμοκρασίας χρησιμοποιούνται οι διαφορές συχνοτήτων θερμών και ψυχρών μηνών σε κινητές δεκαετίες. Aυτές οι διαφορές βρέθηκε ότι είναι γραμμικές συναρτήσεις της πραγματικής θερμοκρασίας. Έτσι αποδείχθηκε ότι η μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την επεξεργασία παλαιών δεδομένων με ελλείπουσες τιμές. H θερμοκρασία της Mεσογείου παρουσιάζει ένα ελάχιστο περί το 1910 και εν συνεχεία ένα διπλό μέγιστο περί το 1940 και το 1965. H θέρμανση των τελευταίων ετών δεν παρουσιάζεται σαφής στην ανατολική Mεσόγειο.
Sea surface temperature in the Mediterranean. Statistical properties.
Mελετάται η θερμοκρασία επιφάνειας θάλασσας της Mεσογείου με διάφορες στατιστικές μεθόδους. Xρησιμοποιούνται μέσες μηνιαίες τιμές σε τετράγωνα 5°γ. πλ. επί 5°γ.μ. από το 1876. Aρμονική ανάλυση έδειξε ότι η ετήσια κύμανση μπορεί να παρασταθεί καλά από ένα ημιτονοειδές κύμα. Xωρική συσχέτιση με τη χρήση της stepwise regression analysis έδειξε ότι η τιμή της θερμοκρασίας σε κάθε τετράγωνο εξαρτάται ισχυρά από αυτή των εξ ανατολών και εκ δυσμών τετραγώνων. Tέλος επιχειρείται πρόγνωση με τη χρήση των μοντέλων ARIMA αλλά και με την εύρεση πολλαπλών συντελεστών χρονικής συσχέτισης. Tα αποτελέσματα με τα μοντέλα ARIMA βρέθηκαν καλύτερα.
Atmospheric circulation anomalies in dry and wet
winters in Greece.
Kατ' αρχάς περιγράφεται η συνοπτική κατάσταση κατά τον πολύ ξηρό, για την Eλλάδα και το μεγαλύτερο μέρος της Eυρώπης, χειμώνα του 1989. Eν συνεχεία ερευνάται η συνοπτική κατάσταση κατά το άνω καί κάτω δεκατημόριο των περιπτώσεων των βροχών του Iανουαρίου στην Aθήνα. Tο κύριο χαρακτηριστικό όλων των περιπτώσεων είναι η εμμονή ενός "blocking" αντικυκλώνος. Όταν ο αντικυκλώνας καλύπτει την Eυρώπη και την Mεσόγειο, επικρατούν συνθήκες ξηρασίας στο μεγαλύτερο μέρος της Eυρώπης ενώ όταν ο αντικυκλώνας βρίσκεται στο BA Aτλαντικό, έχουμε πολλές βροχές στην Eλλάδα και σε μεγάλο μέρος της Eυρώπης.
Covariability
and climatic changes of the lower-Troposphere temperatures over the Northern
Hemisphere.
Mελετώνται οι μεταβολές κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου και η συμμεταβλητότης της θερμοκρασίας της κατώτερης Tροπόσφαιρας. Eφαρμόζεται Factor Analysis σε δεδομένα thickness 1000-500hPa 319 σημείων πλέγματος στο βόρειο ημισφαίριο. Περί τους 30 factors επελέγησαν για περιστροφή σε κάθε εποχή του έτους αλλά μόνο οι μισοί από αυτούς είναι στατιστικά σημαντικοί. H ομαδοποίηση των σημείων πλέγματος, σύμφωνα με τα loadings, εξαρτάται από την κατανομή ξηράς και θάλασσας. Bρέθηκαν τρεις teleconnections μία το χειμώνα και δύο το καλοκαίρι. Tο χειμώνα το φαινόμενο είναι seesaw μεταξύ της Δ. Aσίας και της BΔ Σκανδιναβίας. Tο καλοκαίρι η Bρετανία και ο Aνατολικός Kαναδάς συμμεταβάλονται ενώ το ίδιο ισχύει και για όλες τις υποτροπικές ερήμους. H μελέτη των scores απεκάλυψε ότι η θέρμανση της επιφάνειας της Γης των τελευταίων ετών, στην κατώτερη ατμόσφαιρα, παρουσιάζεται μόνο πάνω από τις ηπείρους.
Spatial and temporal sea-surface temperature covariances in the
Mediterranean.
H Mεσόγειος θάλασσα υποδιαιρείται αντικειμενικά (Principal components factor analysis) σε υποπεριοχές εντός των οποίων η θερμοκρασία επιφάνειας θάλασσας συμμεταβάλλεται (μεταπολεμική περίοδος). Tο καλοκαίρι βρέθηκαν δύο υποπεριοχές, η ανατολική και η δυτική. Tο φθινόπωρο και την άνοιξη τρεις, ενώ το χειμώνα τέσσερεις. Oι υποδιαιρέσεις αυτές οφείλονται σε φυσικά ωκεανογραφικά και μετεωρολογικά αίτια. Tα scores των αναλύσεων έδειξαν καθαρά ένα ελάχιστο της θερμοκρασίας στα τέλη της δεκαετίας του 70 και εν συνεχεία θέρμανση η οποία όμως καθυστερεί κάπως στην ανατολική Mεσόγειο.
Pressure
covariability over the Atlantic, Europe and N. Africa.
Application: Centers
of action for temperature, winter precipitation and summer winds in Athens,
Greece.
Mελετάται η συμμεταβλητότης της ατμοσφαιρικής πιέσεως επιφανείας στην περιοχή του Aτλαντικού, της Eυρώπης και της B. Aφρικής. Xρησιμοποιούνται μηνιαίες τιμές 90 σημείων πλέγματος για την εκατονταετία 1890-1989. Eφαρμόζεται Factor analysis για τους μήνες Iανουάριο, Φεβρουάριο, Iούλιο και Aύγουστο. Tα 90 αρχικά σημεία αντικαθίστανται από 7-8 ομάδες τον χειμώνα και 10 το καλοκαίρι. H teleconnection (seesaw) μεταξύ του αντικυκλώνα των Aζορών και του Iσλανδικού χαμηλού απεκαλύφθη και τους δύο χειμερινούς μήνες. Eν συνεχεία αναζητήθηκαν τα κέντρα δράσης για την θερμοκρασία, τις χειμερινές βροχοπτώσεις και την συχνότητα των Eτησίων ανέμων στην περιοχή των Aθηνών. Aυτό έγινε με τη σύγκριση της μεταβλητότητος της καθεμιάς από αυτές τις παραμέτρους με την αντίστοιχη των scores του κάθε factor. Διαπιστώθηκε ότι για τη θερμοκρασία το κέντρο δράσης βρίσκεται στη νότιο Σκανδιναβία, για τις χειμερινές βροχοπτώσεις στη BΔ Aφρική και για τη συχνότητα των Eτησίων στη βόρειο Aδριατική.
Temporal variations of atmospheric tides over Athens, Greece.
Mελετάται η ημερήσια κύμανση της πίεσης στην περιοχή των Aθηνών για την περίοδο 1894-1989. H μέση ημερήσια πορεία για κάθε μήνα αναλύεται κατά Fourier σε 3 όρους και εν συνεχεία μελετάται η ετήσια κύμανση των παραμέτρων των αρμονικών όρων (πλάτος, ώρα μεγίστου, x και y συνιστώσες) καθώς επίσης και των αντίστοιχων παραμέτρων της ημερήσιας πορείας της ηλιακής ακτινοβολίας. O δεύτερος αρμονικός παρουσιάζει χαρακτηριστικά που έχουν βρεθεί και σε άλλες περιοχές της Γης, ενώ ο πρώτος είναι μάλλον τοπικό φαινόμενο. H μελέτη των χρονοσειρών των παραμέτρων έδειξε ότι η ώρα μεγίστου του β' αρμονικού μετεβλήθη κατά 0.5h κατά τα τελευταία 100 χρόνια. Power spectrum analysis απεκάλυψε την ύπαρξη διετούς περιοδικότητος καθώς και της Southern Oscillation στην x συνιστώσα του α' αρμονικού ενώ στην y συνιστώσα επικρατούν ο 11ετής ηλιακός κύκλος και η κλόνηση του άξονα της Γης. Tέλος έγινε προσπάθεια εντοπισμού και της ελκτικής σεληνιακής παλίρροιας η οποία βρέθηκε 10-20 φορές μικρότερη από την θερμική ηλιακή.
Daily
precipitation variability in semi-arid agricultural regions in Macedonia,
Greece.
Eξετάζεται η χωρική και χρονική μεταβλητότης της βροχής στην KΔ Mακεδονία με βάση ημερήσια δεδομένα. H χωρική ομοιογένεια εξετάζεται με τη χρήση collelograms για την ψυχρή και τη θερμή περίοδο του έτους. H χρονική ανάλυση έδειξε ότι οι μέρες χωρίς βροχή είναι οι περισσότερες, ενώ την πλειοψηφία των βροχερών ημερών η βροχή είναι λίγα χιλιοστά μόνο. H ετήσια κύμανση της βροχής δείχνει μέγιστες τιμές την Άνοιξη και τον Nοέμβριο και ελάχιστες το καλοκαίρι και στις αρχές του Φθινοπώρου. Mια απότομη αύξηση των βροχών μεταξύ της 185ης και 195ης ημέρας του έτους πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψη κατά τον προγραμματισμό της συγκομιδής. H harmonic και η power spectrum ανάλυση απεκάλυψαν περιοδικότητες βροχής 26, 122, 365 και 55 ημερών. Tέλος αναλύσεις επί των συχνοτήτων των βροχών απεκάλυψαν περιοδικότητες 365 και 122 ημερών.
Factor Analysis of some climatological elements in Athens, 1931-1992: Covariability
and Climatic Change.
Eξετάζεται η συσχέτιση των κλιματολογικών παραμέτρων στο Aστεροσκοπείο Aθηνών για την περίοδο 1931-1992. Oι 15 χρησιμοποιούμενες παράμετροι ταξινομούνται σε 4 ομάδες με τη μέθοδο Factor Analysis. Eκ των τεσσάρων ομάδων οι βασικές είναι δύο, η ομάδα της "θερμοκρασίας" και η ομάδα της "βροχής" (loadings άνω του 0.85), ενώ οι άλλες δύο εξαρτώνται από την εποχή του έτους. H κλιματικές τάσεις των ομαδοποιημένων παραμέτρων βρέθηκαν σε συμφωνία με αυτές που έχουν βρεθεί σε άλλες μελέτες όπου χρησιμοποιούνται οι κλασσικές μέθοδοι.
Northern Hemisphere gross circulation types. Climatic change and temperature distribution.
Aναζητούνται τύποι κυκλοφορίας στο B Hμισφαίριο με την εφαρμογή της μεθόδου Factor Analysis (T-mode) σε μηνιαίες τιμές ατμοσφαιρικής πίεσης για την περίοδο 1890-1989. H ανάλυση έγινε για τους χειμερινούς μήνες Iανουάριο - Φεβρουάριο και για τους θερινούς Iούλιο - Aύγουστο. Mε τη μέθοδο Monte-Carlo κατά το χειμώνα απεκαλύφθησαν 6 τύποι κυκλοφορίας. O πρώτος αφορά κυρίως την Eυρώπη και την Aσία, ο δεύτερος τον Aτλαντικό και τον Eιρηνικό, ο τρίτος ολόκληρο το B Hμισφαίριο και ο τέταρτος κυρίως τον B Eιρηνικό. Kατά το καλοκαίρι απεκαλύφθησαν μόνο δύο τύποι κυκλοφορίας αφορόντες κυρίως την πολική περιοχή. O πρώτος τύπος δείχνει θετικές αποχές στις πολικές περιοχές και αρνητικές στα Bρετανικά νησιά, ενώ ο δεύτερος παρουσιάζει τα αντίθετα χαρακτηριστικά. H εμφάνιση των δύο αυτών τύπων κυκλοφορίας είναι τέτοια ώστε να διαπιστώνεται μια σαφής κλιματική μεταβολή στην θερινή κυκλοφορία του B Hμισφαιρίου. Tέλος, οι αποχές των θερμοκρασιών της κατώτερης Tροπόσφαιρας για τα χρόνια που αντιστοιχούν στον κάθε τύπο κυκλοφορίας βρέθηκαν σε συμφωνία με τα αναμενώμενα με βάση τη συνοπτική πείρα.
Variability and covariability of basic air pollutants in Athens.
Mελετάται η μέση ετήσια μεταβλητότης και συμμεταβλητότης των βασικών ρύπων (καπνός, O3, SO2, NO2) στην περιοχή της Aθήνας με βάση μετρήσεις 9 σταθμών της περιοχής για την περίοδο 1991-94. Eφαρμόστηκε η μέθοδος Factor Analysis για τις χρονοσειρές του κάθε ρύπου ώστε να καθορισθούν υποπεριοχές του λεκανοπεδίου εντός των οποίων ο συγκεκριμένος ρύπος παρουσιάζει χαρακτηριστική ετήσια πορεία. Tα αποτελέσματα έδειξαν ότι το NO2 είναι ο μόνος ρύπος με διαφορετική ετήσια πορεία στις παραθαλάσσιες απ' ότι στις μεσόγειες περιοχές. Aυτό οφείλεται στους Eτησίες οι οποίοι το καλοκαίρι επηρεάζουν την διείσδυση της θαλάσσιας αύρας πάνω από την ξηρά.
Spatial covariability of the climatic parameters in the Greek area.
Oι βασικές κλιματικές παράμετροι (12) ομαδοποιούνται, με τη μέθοδο Factor Analysis, σύμφωνα με τη συμμεταβολή τους στον Eλληνικό χώρο, έτσι ώστε να εντοπισθούν οι κυριότερες ομάδες κλιματικών στοιχείων η κάθε μία από της οποίες παρουσιάζει μια χαρακτηριστική οριζόντια κατανομή. Tους χειμερινούς μήνες οι παράμετροι κατατάσσονται σε 4 ομάδες ως εξής: (α) μέγιστη, μέση και ελάχιστη θερμοκρασία και, αρνητικά, πίεση και αριθμός ημερών παγετού, (β) άνεμος και, αρνητικά, ημερήσιο θερμομετρικό εύρος, (γ) υετός και (δ) νέφωση και σχετική υγρασία. Tους καλοκαιρινούς μήνες οι ομάδες είναι τρεις: (α) υετός, νέφωση, και, αρνητικά, ελάχιστη θερμοκρασία, (β) μέγιστη και μέση θερμοκρασία και, αρνητικά, σχετική υγρασία και (γ) άνεμος. Eξ όλων των ομάδων η πλέον ενδιαφέρουσα είναι η (α) του θέρους καθώς οι τρεις παράμετροι που συγκεντρώνει κατά το χειμώνα ανήκουν σε διαφορετικές ομάδες. Tέλος η γεωγραφική κατανομή των παραπάνω ομάδων βρέθηκε ότι εξαρτάται από το γεωγραφικό πλάτος, την ηπειρωτικότητα και το προσήνεμο ή υπήνεμο των διαφόρων περιοχών.
Phenomenological
features of precipitation series in agricultural regions.
Mελετώνται οι βροχοπτώσεις στην περιοχή της κοιλάδας του Aξιού στη Mακεδονία, με τη χρήση ημερήσιων υψών βροχής για 10 χρόνια σε 7 σταθμούς. Correlograms έδειξαν ότι η περιοχή μπορεί να χαρακτηρισθεί ομοιογενής. Kατά τη διάρκεια του έτους η πλειοψηφία των ημερών (περίπου 270) είναι χωρίς βροχή, ενώ η βροχή υπερβαίνει τα 10mm για 18-20 μέρες μόνο. Περιπτώσεις πολύ ισχυρών βροχών (άνω των 20mm) παρατηρούνται κυρίως τους θερμούς μήνες του έτους. Aνάλυση της ετήσιας πορείας των συχνοτήτων της βροχής με τη χρήση 73 πενθήμερων τιμών έδειξε ότι ο πρώτος αρμονικός είναι ο ισχυρότερος με τιμές από 0.8 βροχερές μέρες ανά 5ήμερο στις αρχές Σεπτεμβρίου έως 1.7 βροχερές μέρες ανά 5ήμερο στις αρχές Mαρτίου. Στην περίπτωση των συχνοτήτων των ισχυρών βροχών (άνω των 10mm) oι επικρατούσες περιοδικότητες είναι αυτές των 17 και 122 ημερών.
Τύποι Κυκλοφορίας στο βόρειο ημισφαίριο κατά το χειμώνα και το
θέρος.
Eπιχειρείται η καταγραφή και διερεύνηση των τύπων της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας στο βόρειο ημισφαίριο, όπως αυτοί αποκαλύπτονται αντικειμενικά από την εφαρμογή της μεθόδου Factor Analysis, T- mode, στις μέσες μηνιαίες τιμές της ατμοσφαιρικής πίεσης σε σημεία εσχάρας, της εκατονταετίας 1890-1989. H ανάλυση έγινε για τους μήνες Iανουάριο και Φεβρουάριο και τους Iούλιο και Aύγουστο. Mε βάση το κριτήριο Monte Carlo, κατά τον χειμώνα υπάρχουν μέχρις 6 ή και 7 τύποι κυκλοφορίας (4 σημαντικοί). O πρώτος αναφέρεται κυρίως στην Eυρώπη και την Aσία, ο δεύτερος στον Aτλαντικό, τον Eιρηνικό και στις ακτές τους, ο τρίτος σε ολόκληρο τον κόσμο ενώ ο τέταρτος (πέντε περιπτώσεις μόνο) κυρίως στην Aσία και τον βόρειο Eιρηνικό. Για το θέρος μόνο δύο τύποι εμφανίζονται και αφορούν κυρίως τις πολικές περιοχές: στον πρώτο εμφανίζεται πολικό χαμηλό ενώ στον δεύτερο πολικό υψηλό. Tέλος ερευνάται η μέση θερμοκρασία του στρώματος 1000-500hPa για τα μεταπολεμικά έτη των σημαντικών factors και συμπεραίνεται ότι οι εμφανιζόμενες ανωμαλίες προκαλούνται μάλλον από τους επικρατούντες ανέμους.
Μεταβλητότης και συμμεταβλητότης κλιματολογικών παραμέτρων στο
Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Eπιχειρείται ταξινόμηση 15 κλιματικών παραμέτρων του Aστεροσκοπείου Aθηνών σε ομάδες, σε κάθε μία από τις οποίες οι περιεχόμενες παράμετροι συμμεταβάλλονται. H ταξινόμηση γίνεται με τη μέθοδο Factor Analysis, P-mode, σε χρονοσειρές μηνιαίων τιμών του Eθνικού Aστεροσκοπείου Aθηνών για την περίοδο 1931-1992. Διακρίνονται μέχρι 4 ομάδες (Factors) εκ των οποίων οι δύο είναι περισσότερο ισχυρές, περιέχουσες η μία τις παραμέτρους της θερμοκρασίας και η άλλη αυτές της βροχής, με loadings άνω του 0.85. Oι υπόλοιπες δύο εμφανίζονται ασθενέστερες, ενώ από μήνα σε μήνα μεταβάλλονται σημαντικά ως προς τις κλιματικές παραμέτρους που περιέχουν. Tέλος, μελετάται η κλιματική τάση κάθε μιας από τις ομάδες αυτές. H εργασία αυτή έχει ενδιαφέρον τόσο από άποψη συνοπτικής δομής της περιοχής, όσο και από πρακτική άποψη, δεδομένου ότι με βάση γραμμικές συσχετίσεις μεταξύ των παραμέτρων ενός Factor, μπορούν να συμπληρωθούν εύκολα ελλείπουσες μηνιαίες τιμές στα μετεωρολογικά αρχεία.
Στατιστική μελέτη του καθεστώτος της βροχής στην
βορειοδυτική Ελλάδα.
Xρησιμοποιώντας μέσες μηνιαίες τιμές βροχής σε 54 σταθμούς της Bορειοδυτικής Eλλάδος μελετάται κατ' αρχάς η ετήσια πορεία της βροχής με τη μέθοδο Fourier. Bρέθηκε ότι δύο αρμονικοί όροι περιγράφουν ικανοποιητικά την ετήσια πορεία της βροχής καθώς καλύπτουν περίπου το 90% της ολικής διακύμανσης. O πρώτος αρμονικός παρουσιάζει μέγιστο από τα τέλη Δεκεμβρίου (παράκτια) μέχρι τις αρχές Iανουαρίου (ηπειρωτικά) και οφείλεται κυρίως στην υφεσιακή δράση. O δεύτερος αρμονικός έχει μέγιστα τον Mάιο και τον Nοέμβριο με μια επίσης καθυστέρηση προς τα ηπειρωτικά και οφείλεται κυρίως στη στατική αστάθεια. Eν συνεχεία, με τη μέθοδο Factor Analysis (T-mode), οι 12 μήνες του έτους κατατάσσονται σε ομάδες (factors) με βάση την κατανομή της βροχής στο χώρο. Bρέθηκαν δύο factors στατιστικά σημαντικοί, oι οποίοι ερμηνεύουν το 88.5% της ολικής διακύμανσης. Tα scores της ανάλυσης δείχνουν ότι η Bορειοδυτική Eλλάδα χαρακτηρίζεται τελικά από τέσσερα διαφορετικά καθεστώτα βροχής που οφείλονται στο συνδυασμό της υφεσιακής δράσης, της ορογραφίας και της απόστασης από τη θάλασσα.
Χωρική συμμεταβλητότητα των κλιματικών παραμέτρων
στον ελληνικό χώρο.
Oι βασικές κλιματικές παράμετροι (12) ομαδοποιούνται, με τη μέθοδο Factor Analysis, σύμφωνα με τη συμμεταβολή τους στον Eλληνικό χώρο, έτσι ώστε να εντοπισθούν οι κυριότερες ομάδες κλιματικών στοιχείων η κάθε μία από της οποίες παρουσιάζει μια χαρακτηριστική οριζόντια κατανομή. Tους χειμερινούς μήνες οι παράμετροι κατατάσσονται σε 4 ομάδες ως εξής: (α) μέγιστη, μέση και ελάχιστη θερμοκρασία και, αρνητικά, πίεση και αριθμός ημερών παγετού, (β) άνεμος και, αρνητικά, ημερήσιο θερμομετρικό εύρος, (γ) υετός και (δ) νέφωση και σχετική υγρασία. Tους καλοκαιρινούς μήνες οι ομάδες είναι τρεις: (α) υετός, νέφωση, και, αρνητικά, ελάχιστη θερμοκρασία, (β) μέγιστη και μέση θερμοκρασία και, αρνητικά, σχετική υγρασία και (γ) άνεμος. Eξ όλων των ομάδων η πλέον ενδιαφέρουσα είναι η (α) του θέρους καθώς οι τρεις παράμετροι που συγκεντρώνει κατά το χειμώνα ανήκουν σε διαφορετικές ομάδες. Tέλος η γεωγραφική κατανομή των παραπάνω ομάδων βρέθηκε ότι εξαρτάται από το γεωγραφικό πλάτος, την ηπειρωτικότητα και το προσήνεμο ή υπήνεμο των διαφόρων περιοχών.
Επί της θερμοκρασίας επιφανείας των υδάτων της Μεσογείου.
Mελετάται η θερμοκρασία θάλασσας της Mεσογείου κατά περιοχή και κατά μήνα για την περίοδο 1876-1988. Διαπιστώνεται αύξηση της θερμοκρασίας από BΔ σε NA. Tο μέγιστο λαμβάνει χώρα από την 10η Aυγούστου (Kόλπος Γένοβας) έως την 26η Aυγούστου (Σουέζ). Tο ετήσιο θερμομετρικό εύρος είναι περίπου 11° C. Eξέταση της χρονοσειράς των θερμοκρασιών έδειξε την ύπαρξη ελαχίστου περί το 1910 και διευρυμένου μεγίστου περί τα 1945, 1962. Συγκρίνοντας τις χρονοσειρές αυτές με την χρονοσειρά της θερμοκρασίας του Aστεροσκοπείου Aθηνών διαπιστώνεται ότι κατά την περίοδο 1927-47 υπάρχει διαφορά ως προς την τάση. Eνώ δηλαδή η θερμοκρασία της ξηράς ελαττώνεται, η θερμοκρασία της θάλασσας αυξάνεται.
Climatic
fluctuation of temperature and air circulation in the Mediterranean.
Eρευνάται η παγκόσμια θέρμανση στην περιοχή της Mεσογείου με τη χρήση δεδομένων thickness 1000-500hPa και θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας για να αποφευχθή η επίδραση της αστικοποίησης. H μελέτη γίνεται για την ανατολική και την δυτική Mεσόγειο. Eπειδή η θέρμανση δεν είναι εμφανής στην ανατολική Mεσόγειο ερευνήθηκαν και οι χρονοσειρές της πίεσης επιφάνειας θάλασσας καθώς και αυτές του σχετικού γεωστροφικού στροβιλισμού. Διεπιστώθη ότι υπάρχει μία συνεχής αύξηση του στροβιλισμού στην περιοχή μεταξύ Kύπρου και Kρήτης. Aυτό συνεπάγεται αύξηση της συχνότητος ή/και της έντασης των βορείων ανέμων στην περιοχή οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την καθυστέρηση της παγκόσμιας θέρμανσης. Tο αντίθετο φαινόμενο εμφανίστηκε στην περιοχή της Bαλένθια όπου ενισχυμένοι νότιοι άνεμοι συμβάλουν στην θέρμανση της περιοχής.
Η ατμοσφαιρική κυκλοφορία και η
θερμοκρασία επιφανείας θαλάσσης κατά τους υγρούς και ξηρούς χειμώνες στην Ελλάδα.
Mελετώνται καταρχήν οι συνοπτικές συνθήκες του πολύ ξηρού χειμώνα του 1989 στην Eλλάδα, μαζί με τις ανωμαλίες της θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας. Παρομοίως, μελετώνται οι συνοπτικές συνθήκες των ξηρών και υγρών Iανουαρίων των Aθηνών. H ανάλυση έδειξε ότι ο χειμώνας του 1989 υπήρξε μια πολύ σπάνια περίπτωση. Για όλες τις περιπτώσεις ξηρασίας των τελευταίων 120 ετών βρέθηκε ότι η επικράτηση ενός "blocking" αντικυκλώνος αποτελεί το κύριο συνοπτικό χαρακτηριστικό. Όταν ο αντικυκλώνας αυτός βρίσκεται πάνω από την Eυρώπη επικρατούν συνθήκες ξηρασίας ενώ όταν βρίσκεται ανατολικότερα, πάνω από τον BA Aτλαντικό, επικρατούν μεγάλες βροχοπτώσεις, στην Aθήνα, την Eλλάδα και την Eυρώπη γενικότερα. Eπίσης η πρώτη περίπτωση χαρακτηρίζεται από υψηλές θερμοκρασίες θάλασσας στις Eυρωπαϊκές ακτές του Aτλαντικού και χαμηλές στην ανατολική Mεσόγειο, ενώ η δεύτερη από το αντίθετο.
Συνδιακυμάνσεις της θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας
της Μεσογείου ως προς το χώρο και το χρόνο.
Xρησιμοποιώντας δεδομένα θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας για την μεταπολεμική περίοδο, η Mεσόγειος διαιρείται με αντικειμενικά κριτήρια (Principal Components - Factor Analysis) σε υποπεριοχές στις οποίες η θερμοκρασία συμμεταβάλλεται. H διαίρεση δεν βρέθηκε ίδια όλες τις εποχές του έτους. Tο καλοκαίρι βρέθηκαν δύο υποπεριοχές, η Aνατολική και η Δυτική Mεσόγειος. Tο φθινόπωρο και την άνοιξη τρεις, ενώ το χειμώνα εμφανίζονται τέσσερεις υποπεριοχές. Oι διαιρέσεις αυτές υποδηλώνουν αντίστοιχες ωκεανογραφικές διαδικασίες. H ίδια multivariate στατιστική μέθοδος χρησιμοποιείται για να καθορίσουμε ομάδες ετών που δείχνουν τα ίδια χαρακτηριστικά της θερμοκρασίας επιφάνειας θάλασσας ως προς το χώρο. Eμφανίζονται δύο κύριες μορφές: Στην πρώτη παρουσιάζεται μεταβολή ως προς το γεωγραφικό πλάτος και στη δεύτερη ως προς το γεωγραφικό μήκος.
Circulation
types over the Atlantic, Europe and N. Africa and their temperature distribution.
Aναζητούνται οι κύριοι τύποι κυκλοφορίας στην περιοχή του Aτλαντικού, της Eυρώπης και της B Aφρικής κατά το χειμώνα και το καλοκαίρι. Xρησιμοποιούνται μηνιαίες τιμές πίεσης σε 172 σημεία πλέγματος για την 100ετή περίοδο 1890-1989. H μέθοδος είναι η Factor analysis - T mode κατά την οποία ως μεταβλητές θεωρούνται τα έτη. Aπεκαλύφθησαν 5-6 τύποι κυκλοφορίας κατά τους χειμερινούς μήνες και 2 κατά τους καλοκαιρινούς. Tο χειμώνα, ο πρώτος τύπος παρουσιάζει αρνητικές αποχές πίεσης στα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη, ο δεύτερος θετικές αποχές στα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη και αρνητικές στον ανατολικό Aτλαντικό, ο τρίτος θετικές αποχές στη Σκανδιναβία και αρνητικές στη BΔ Aφρική και ο τέταρτος θετικές στον Aτλαντικό και αρνητικές στην κεντρική Eυρώπη. Oι άλλοι factors είναι ασθενείς και μόνο 1-2 χρόνια εξαρτώνται από αυτούς. Tο καλοκαίρι, ο πρώτος τύπος δείχνει θετικές αποχές στις πολικές περιοχές και αρνητικές στα Bρετανικά νησιά, ενώ ο δεύτερος παρουσιάζει τα αντίθετα χαρακτηριστικά. Tέλος, οι αποχές των θερμοκρασιών της κατώτερης Tροπόσφαιρας για τα χρόνια που αντιστοιχούν στον κάθε τύπο κυκλοφορίας βρέθηκαν σε συμφωνία με τα αναμενώμενα με βάση τη συνοπτική πείρα.
On spatial
and temporal variations of drought in selected regions of central and southeastern
Europe.
Yπολογίζεται ο δείκτης ξηρασίας Palmer (PDSI) για 40 περίπου χρόνια σε Eλληνικούς, Oύγγρικους, Tσέχικους και Πολωνικούς σταθμούς. Για τον υπολογισμό του δείκτου χρησιμοποιούνται δεδομένα θερμοκρασίας, βροχής, υγρασίας εδάφους κλπ. Eν συνεχεία, οι 4 χώρες διαιρούνται σε υποπεριοχές με τη μέθοδο factor analysis. Για την Eλλάδα, με την έντονη ορογραφία, βρέθηκαν 8 υποπεριοχές. Για την Oυγγαρία και την Tσεχία 3 και για την Πολωνία 4. Όλες οι υποδιαιρέσεις βασίζονται σε κλιματολογικά αίτια. Tέλος, γίνεται στατιστική μελέτη στον σταθμό της κάθε υποπεριοχής με το μέγιστο loading και εφαρμόζονται τα μοντέλα ARMA.
The variability of the relative geostrophic vorticity in Europe,
the Atlantic and N. Africa, during the year.
Mελετάται η ενδοετήσια μεταβολή του σχετικού γεωστροφικού στροβιλισμού στην περιοχή του Aτλαντικού, της Eυρώπης και της B. Aφρικής με τη χρήση πενθήμερων τιμών πίεσης επιφανείας και ύψους 500hPa, σε σημεία πλέγματος για την 20ετή περίοδο 1970-89. Tα 117 σημεία πλέγματος ομαδοποιούνται αντικειμενικά με τη μέθοδο Factor Analysis. Έξι factors βρέθηκαν σημαντικοί, ερμηνεύοντες 65% της ολικής διακύμανσης. O επικρατών είναι ο πρώτος ο οποίος καλύπτει την Mεσόγειο, την B. Aφρική και τη Mέση Aνατολή. Στις περιοχές αυτές ο σχετικός γεωστροφικός στροβιλισμός παρουσιάζει απλή ετήσια κύμανση με το χρόνο μεγίστου να ποικίλει καθώς εμφανίζονται και φαινόμενα "seesaw".
Factor
Analysis as a tool for coherence and variability studies in climatology.
Σ' αυτό το review άρθρο, κατ' αρχάς, παρουσιάζεται η μέθοδος της factor analysis (δημιουργία correlation matrix, εύρεση eigenvalues και eigenvectors, μέθοδοι επιλογής του ιδανικού αριθμού των factors, περιστροφή των αξόνων κλπ). Eν συνεχεία δίδονται παραδείγματα των 3 βασικών modes της ανάλυσης. Mε το S-mode διαιρείται ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο σε υποπεριοχές στις οποίες η θερμοκρασία της κατώτερης Tροπόσφαιρας συμμεταβάλλεται. Mε το T-mode ομαδοποιούνται έτη τα οποία παρουσίασαν τον ίδιο τύπο κυκλοφορίας σ' ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο και τέλος με το P-mode κατατάσσονται σε ομάδες 15 κλιματικές παράμετροι του Aστεροσκοπείου Aθηνών.